ΛΑΘΟΣ ΠΟΡΕΙΑ
Του Ν. Μπογιόπουλου - "Ριζοσπάστης"1) Αντιγράφω (Ντοκουμέντα 16ου Συνεδρίου, σελ. 71, σ. Παπαρήγα):
«Στο 15ο Συνέδριο ξεκαθαρίσαμε το εξής πράγμα: Οτι η συγκέντρωση δυνάμεων, η πολιτική συμμαχιών του Κόμματος χτίζεται πάνω στην αντίθεση μονοπώλια - ιμπεριαλισμός. (...). Τι είναι ο ιμπεριαλισμός; Το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού. Ομως, δεν μπορούμε να χτίσουμε συμμαχία στην αντίθεση καπιταλισμός - σοσιαλισμός, γιατί σημαίνει συμμαχία για τη σοσιαλιστική επανάσταση και συμμαχία για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτό δεν μπορούμε να το βάλουμε.
Και δεν μπορούμε να το βάλουμε, γιατί είναι και λυμένο θεωρητικά, αλλά και η πείρα αυτό δείχνει». Κανένα νέο δεδομένο δεν επιτρέπει αναθεώρηση όσων θεωρητικά και εμπειρικά, κατά το 16ο Συνέδριο, είναι λυμένα. Εντούτοις στις Θέσεις γίνεται ακριβώς αυτό το λάθος: Προτείνεται οικοδόμηση πολιτικής συμμαχιών στην αντίθεση καπιταλισμός - σοσιαλισμός. Αλλά πάνω σε αυτή την αντίθεση, όπως σωστά διαπιστώναμε στο 16ο Συνέδριο, δεν χτίζεται η - στρατηγικής σημασίας για την Επανάσταση - πολιτική συμμαχιών.
2) Με αυτήν την (μη) πολιτική συμμαχιών «πλησιάζουμε» το σοσιαλισμό μόνο ως αντικατοπτρισμό. Η Λαϊκή Συμμαχία, που δεν είναι πολιτική, δεν συμμετέχει σε εκλογικές μάχες, που απορρίπτει όσους διαφοροποιούνται από το ΚΚΕ (Θέση 67), που «έχει μια ορισμένη μορφή διαμόρφωσης με τη δράση σε κοινό πλαίσιο των ΠΑΜΕ, ΠΑΣΕΒΕ, ΠΑΣΥ, ΜΑΣ», είναι «συμμαχία» μόνο με τον εαυτό μας.
3) Η πολιτική γραμμή των Θέσεων ουσιαστικά εφαρμόζεται εδώ και χρόνια. Εχουμε ήδη δείγματα ότι δεν περπατάει: οργανωτική στασιμότητα, πτώση κυκλοφορίας «Ρ», επίπεδο ταξικού κινήματος, οδυνηρό εκλογικό αποτέλεσμα. Ας σταθούμε στις εκλογές. Η σ. Παπαρήγα («Ρ», 22/3/2012) έλεγε: «Αντικειμενικά λοιπόν στην εκλογική μάχη το κριτήριο ψήφου προς το ΚΚΕ μπορεί και πρέπει να είναι πάνω στη συνολική του στρατηγική». Δεν συνιστά απολυτότητα να λέμε ότι «επιβεβαιώθηκε» (Θέση 48) μια στρατηγική που την αναδείξαμε ως κριτήριο ψήφου, αλλά αντί να συγκεντρώσει δυνάμεις τις μείωσε στο μισό; Βέβαια, όποτε έρχεται η κουβέντα στο εκλογικό αποτέλεσμα επαναλαμβάνουμε τα περί «κοινοβουλευτικών αυταπατών». Οχι. Αυταπάτες δημιουργούνται όταν αρνούμαστε να ερμηνεύσουμε απροκατάληπτα την ζωντανή εμπειρία από κάθε πολιτική μάχη. Τέτοια μάχη είναι και οι εκλογές. Δεν σπέρνει «κοινοβουλευτικές αυταπάτες» ο Λένιν όταν ισχυρίζεται («Γράμματα στον Γκόργκι») ότι «απ' τα αποτελέσματα των εκλογών εξαρτάται κατά πολύ και η ανάπτυξη του κόμματος».
4) Επί κρίσης, θέτοντας ως προαπαιτούμενο κάθε λαϊκής συσπείρωσης τη συμφωνία με τη θέση μας για λαϊκή εξουσία, αφήσαμε αναξιοποίητους σειρά πολιτικούς «κρίκους». Π.χ. Το «δεν πληρώνω». Εμείς είπαμε: Δεν πληρώνω, αλλά πρώτα λαϊκή εξουσία. Χρέος. Εμείς είπαμε: Οχι στο χρέος, αλλά στη λαϊκή εξουσία. Ευρώ - ΕΕ. Εμείς είπαμε: Δεν αρκεί το όχι στην ΕΕ, χωρίς το «ναι» στη λαϊκή εξουσία. Μνημόνιο. Εμείς είπαμε: Δεν φταίει το μνημόνιο, αλλά ο καπιταλισμός, η κρίση και ότι δεν έχουμε λαϊκή εξουσία. Σωστά. Ομως υπηρετείται ο στόχος της λαϊκής εξουσίας, όταν, στη μαζική πάλη για την ανακούφιση του λαού από τα βάσανά του, τίθεται σαν (διαχωριστική) προϋπόθεση; Πανομοιότυπα απουσιάσαμε από το καθήκον να παρέμβουμε στο αυθόρμητο που εκδηλώθηκε. Δεν δηλώσαμε «παρών» για τον προσανατολισμό και τη συνειδητοποίησή του. Αφήσαμε άλλους να το κατευθύνουν, να το αξιοποιούν. Από τις πλατείες που τις καταγγείλαμε από την Ισπανία κιόλας, πριν ακόμα εμφανιστούν στην Ελλάδα, μέχρι τις πατάτες. Από τις διαδηλώσεις για το μνημόνιο μέχρι τα διόδια - όταν έρχονταν άλλοι εμείς φεύγαμε.
5) Η εξάρτηση για την αστική τάξη μιας εξαρτημένης χώρας είναι το πλαίσιο προσαρμογής της στο διεθνή καπιταλισμό. Πολιτικά, η εξάρτηση για την αστική τάξη σημαίνει τη διεθνή της εγγύηση - στήριξη για την παραμονή της στην εξουσία. Η ταξική ανάδειξη του εξαρτημένου χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού δεν σημαίνει συσκότιση των ευθυνών της αστικής τάξης για τα δεινά του λαού ή απαλλαγή από αυτές, ή πολύ περισσότερο «παράθυρο» συνεργασίας με τμήματά της. Είναι πολιτική της καταδίκη. Η εξάρτηση συνιστά καταισχύνη του συνόλου της αστικής τάξης και χειροπιαστή απόδειξη ότι το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και για το λόγο αυτό, για να εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα, υποδουλώνει το λαό, σε συμμαχία με το ξένο κεφάλαιο. Αυτή η ανάλυση του Λένιν στον «Ιμπεριαλισμό», στο «Η Βαριά Βιομηχανία στην Ελλάδα» του Μπάτση, στο «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα» του Μπελογιάννη, ισχύει ακέραια και σε συνδυασμό με τα σημερινά οικονομικά και πολιτικά δεδομένα, η πραγματικότητα βοά: Η εξάρτηση της Ελλάδας βαθαίνει.
Πραγματικότητα που για να έχουμε αποτελεσματική πολιτική γενικά (και ειδικά όσον αφορά τη διασύνδεση του ταξικού με το πατριωτικό) δεν γίνεται να αγνοούμε, να θολώνουμε με σχήματα περί «αλληλεξάρτησης», να μισοδεχόμαστε (ή μισοαρνιόμαστε) με φράσεις όπως «ισχυρές εξαρτήσεις», εισάγοντας έτσι στην επιστήμη του μαρξισμού το «ολίγον έγκυος».
6) «Ριζοσπάστης»: Δημοσιεύματα όπως το διήγημα για το δολοφόνο του 15χρονου, τα «πέρασε για λίγο από τον ΔΣΕ» για τον Μίσσιο, ανιστόρητες αναφορές ότι «το ΚΚΕ καμία σχέση δεν έχει με την αριστερά», κείμενα όπου αντί επιχειρημάτων βρίθουν ασυνταξιών και αφορισμών, πρωτοσέλιδα όπου απουσιάζει ή υποβαθμίζεται το σημαντικό της επικαιρότητας (π.χ. θάνατος Τσάβες), δεν συνηγορούν στην εκτίμηση περί «βελτίωσής του».
ΠΡΟΤΑΣΗ: Επαναφορά - επικαιροποίηση του Προγράμματος του 15ου Συνεδρίου, συγκρότηση Αντιιμπεριαλιστικού - Αντιμονοπωλιακού - Δημοκρατικού Μετώπου, με κατεύθυνση την ανατροπή του καπιταλισμού. Ενα Πρόγραμμα πιο αναγκαίο κι από την πρώτη φορά που το εμπνευστήκαμε επειδή ακριβώς τα προβλήματα που επιφέρουν ο ιμπεριαλισμός, τα μονοπώλια, οι αντιδημοκρατικές εκτροπές, η αναβίωση του φασισμού, η καπιταλιστική κρίση, έχουν οξυνθεί στο έπακρο. Το ΑΑΔΜ μπορεί να οικοδομήσει αντικαπιταλιστική συμμαχία, διότι:
Πρώτον, συνδέει τώρα, σήμερα, την πάλη για το καθημερινό πρόβλημα με το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.
Δεύτερον, είναι πειστικό και το κατορθώνει γιατί λαμβάνει υπόψη, ειδικά στις παρούσες συνθήκες εξαθλίωσης του λαού, ότι πρώτα «Οι άνθρωποι πρέπει να είναι σε θέση να ζουν για να μπορούν να κάνουν ιστορία» (Μαρξ - Ενγκελς, «Γερμανική ιδεολογία»).
Τρίτον, δεν παραιτείται από κανένα όπλο και από κανένα ενδεχόμενο - έστω και το πιο αμυδρό - στον επαναστατικό αγώνα, μη εξαιρουμένου του ενδεχομένου κυβέρνησης του ΑΑΔΜ, η οποία θα συνιστούσε διαστρέβλωση αν συσχετιζόταν με «στάδια», με «ενδιάμεσες εξουσίες» ή με την «αριστερή» κυβέρνηση αστικής διαχείρισης που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τέταρτον, μιας και εμείς δεν είμαστε Μπλανκιστές ώστε να αδιαφορούμε για τη λαϊκή πλειοψηφία, συνιστά επιτομή του αντικαπιταλιστικού αγώνα γιατί οικοδομεί λαϊκή πλειοψηφία, που δικό της έργο με επικεφαλής την εργατική τάξη είναι η Επανάσταση, καθώς προωθεί τις αναγκαίες συμμαχίες που δεν αποτελούν τίποτα λιγότερο από τον ίδιο τον πυρήνα του πολιτικού σχεδίου ανατροπής του καπιταλισμού.
Νίκος Μπογιόπουλος
μέλος ΚΟΒ «Ριζοσπάστη»
---------------------------------------------------------------------------------------------
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΟΝΤΙΚΑΣ
Το ΚΚΕ ανοίγει καινούργιους δρόμους για τη νίκη του λαού
Αποσπάσματα από την ομιλία του μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, σε συγκέντρωση της Αχτίδας Δημόσιας Διοίκησης - ΟΤΑ της ΚΟ Αττικής, την περασμένη Πέμπτη
Στις
εκλογές Μάη - Ιούνη, όπως θα θυμάστε, το Κόμμα δέχτηκε μια μεγάλη πίεση
και επίθεση. Ενα μεγάλο μέρος ψηφοφόρων - οπαδών δεν άντεξε σε αυτήν
την πίεση. Ποια ήταν η βάση αυτής της πίεσης; Συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ,
όλοι μαζί για κυβέρνηση της αριστεράς ή των λεγόμενων αντιμνημονιακών
δυνάμεων.Η άποψη αυτή πολιτικά δε δικαιώθηκε. Το Κόμμα είχε
δίκιο που δεν υποχώρησε. Η στάση του αυτή είχε βέβαια συνέπειες, αλλά
προστάτευσε το Κόμμα και το εργατικό - λαϊκό κίνημα από τον ευτελισμό
και την καταστροφή. Το Κόμμα παραμένει όρθιο, μάχεται και ανοίγει
καινούργιους δρόμους για τη νίκη του λαού.
Οι απόψεις όμως αυτές, που ζητούσαν από το Κόμμα να μπει στο δρόμο του συμβιβασμού με τις οπορτουνιστικές πολιτικές και της προδοσίας των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων, δεν έχουν ακόμα ηττηθεί. Συνεχίζουν και κλιμακώνουν τον πόλεμο στο Κόμμα και τη στρατηγική του. Ο πυρήνας αυτών των δυνάμεων είναι πρώην μέλη και στελέχη του ΚΚΕ που έφυγαν κατά καιρούς από το Κόμμα. Ανάμεσά τους, υπάρχουν και αρκετά σημερινά μέλη του Κόμματος, ορισμένοι δημοσιογράφοι του «Ριζοσπάστη» και ορισμένα πρώην μέλη της ΚΕ που διαφωνούν με τη στρατηγική του Κόμματος και, μπροστά στο Συνέδριο, πέρασαν σε ανοιχτό πόλεμο στον ανοιχτό προσυνεδριακό διάλογο, που διεξάγεται από τις γραμμές του «Ριζοσπάστη».
Οι σύντροφοι αυτοί ισχυρίζονται ότι η πάλη για το σοσιαλισμό, για την εργατική λαϊκή εξουσία είναι σεχταριστική πολιτική, αριστερίστικη. Είναι πολιτική απόσπασης από τις πιεστικές λαϊκές ανάγκες, από το σήμερα, ότι παραπέμπουμε τη λύση τους στο σοσιαλισμό, στο μακρινό μέλλον. Οτι δεν έχουμε πολιτική συμμαχιών ότι παραβιάζουμε το Πρόγραμμα, που ψήφισε το 15ο Συνέδριο, με το οποίο ορισμένοι διαφωνούσαν και τότε. Ως απόδειξη, φέρνουν τα εκλογικά αποτελέσματα και την εκλογική μείωση του Κόμματος.
Στην πραγματικότητα, οι σύντροφοι αυτοί υιοθετούν όλες τις εχθρικές αντιλήψεις για το Κόμμα, την πολιτική των οπορτουνιστών κάθε είδους και ταυτόχρονα ενισχύουν το οπλοστάσιο των αντιπάλων σε βάρος του Κόμματος.Οι περισσότεροι από αυτούς τους συντρόφους δεν παρακολουθούν τη δράση του Κόμματος, τις εξελίξεις και τις επεξεργασίες του Κόμματος. Είναι σε μόνιμη αντιπολίτευση απέναντι στο Κόμμα και την ηγεσία του.
Η αφετηρία τους δεν είναι οι υπαρκτές αδυναμίες και οι ελλείψεις του Κόμματος και η διόρθωσή τους, αλλά η αλλαγή στρατηγικής. Δε διαφωνούμε, λένε, με την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, αλλά να προχωρήσουμε μέσα από μια σταδιακή διαδικασία, διαχωρίζοντας αυθαίρετα και αυθάδικα τον ιμπεριαλισμό από τον καπιταλισμό.
Διαστρεβλώνουν και συκοφαντούν μεθοδικά και συνειδητά τις θέσεις και τη δράση του Κόμματος. Κάνουν πως δε βλέπουν ότι το ΚΚΕ καθημερινά διαμορφώνει μέτωπα πάλης για οξυμένα προβλήματα π.χ. εργατικό κίνημα, αγρότες, ΕΒΕ. Αυτή είναι η ουσία των θέσεών τους και της κριτικής που ασκούν.
Στα λόγια, απορρίπτουν βέβαια τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην πράξη οι απόψεις τους οδηγούν από την πίσω πόρτα σε συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας ή σε κυβερνήσεις στα πλαίσια του συστήματος.
Οταν ισχυρίζονται ότι δεν έχει το Κόμμα πολιτική συνεργασιών δε λένε καθαρά με ποιους πρέπει να συνεργαστούμε και για ποιο σκοπό.
Στο Κόμμα έχουμε μάθει, προσπαθούμε συνέχεια να προσέχουμε και να μελετάμε, είναι αλήθεια με ελλείψεις, αδυναμίες, όλες τις προτάσεις, κριτικές, ακόμα και την πολεμική των αντιπάλων. Θέλουμε να γινόμαστε όλο και καλύτεροι και σε αυτόν τον τομέα από την ΚΕ ως την ΚΟΒ και το κάθε μέλος του Κόμματος ξεχωριστά.
Δεν έχουμε όμως δικαίωμα να υιοθετούμε κάθε άποψη και, πολύ περισσότερο, να υποχωρούμε σε κάθε πίεση που ασκείται στο Κόμμα. Και ιδιαίτερα δεν έχουμε δικαίωμα να επιτρέπουμε την αλλοίωση και τον υποβιβασμό του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ και των σκοπών του, που είναι η ασυμβίβαστη πάλη με τα μονοπώλια, με το κεφάλαιο, με την αστική τάξη και τους συμμάχους της, με τους εκμεταλλευτές του λαού.
Θα ήταν προδοσία των συμφερόντων της εργατικής τάξης αν μπαίναμε σε μια συζήτηση για μια συνδιαχείριση αυτού του συστήματος, για μεταρρυθμίσεις προς όφελος του λαού με τη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση, όπου στην οικονομία θα κυριαρχούν οι μονοπωλιακοί όμιλοι και μέσα στην ΕΕ.
Επομένως, σωστά η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του Κόμματος, όλο το Κόμμα, απορρίπτει αυτές τις θέσεις ως εχθρικές και επιζήμιες για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Πρώτο: Τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων και ειδικά των εργατοϋπαλλήλων, των μισθωτών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, συνολικά της εργατικής τάξης, των αυτοαπασχολούμενων που είναι ένα μεγάλο στρώμα της ελληνικής κοινωνίας, των φτωχών αγροτών.
Υπολογίζουμε τις ανάγκες τους, παίρνοντας υπόψη το σύνολο της ζωής της εργατικής και λαϊκής οικογένειας και πιο ειδικά τις ανάγκες των παιδιών τους, αλλά και τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών.
Υπολογίζουμε αυτές τις ανάγκες, όχι με τα κριτήρια και τους όρους που καθορίζουν τα αστικά επιτελεία και η ΕΕ, όπου κυρίαρχο στοιχείο είναι τι αντέχει κάθε φορά η οικονομία, τι αντέχει κάθε φορά ο κρατικός προϋπολογισμός, τι αντέχει η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία των μονοπωλίων.
Κριτήρια για μας είναι οι δυνατότητες που προσφέρουν σήμερα οι παραγωγικές δυνάμεις, και οι δυνατότητες σήμερα είναι απεριόριστες. Κριτήριο επίσης είναι ότι αυτοί που παράγουν όλο τον πλούτο είναι οι εργαζόμενοι και όχι αυτοί που κατέχουν τα μέσα παραγωγής.
Με βάση αυτά τα κριτήρια, καταλήγουμε στη θέση ότι δεν υπάρχουν στα πλαίσια του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης περιθώρια για μια αξιοπρεπή ζωή για τους εργαζόμενους. Αντίθετα, η κυρίαρχη τάση είναι η απόλυτη και σχετική εξαθλίωση για τους πολλούς, η μόνιμη και μαζική ανεργία.
Επομένως, η σύγκρουση με αυτό το σύστημα είναι αναπόφευκτη, είναι όρος για να απαλλαγούν οι εργαζόμενοι και τα παιδιά τους από τη φτώχεια, την εξαθλίωση, την εκμετάλλευση χωρίς όρους και όρια.
Το ΚΚΕ έχει προειδοποιήσει γι' αυτήν την εξέλιξη πολύ πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης. Η κρίση ήρθε να επιβεβαιώσει αυτήν την εκτίμηση. Διέξοδος από την κρίση που να ικανοποιεί και την κερδοφορία των καπιταλιστών και τα στοιχειώδη συμφέροντα των εργαζομένων δεν υπάρχει.
Οποιος ισχυρίζεται ότι μπορεί να αναδειχθεί μια κυβέρνηση που θα αναχαιτίσει αυτήν την εξέλιξη χωρίς να καταργήσει την εξουσία των μονοπωλίων στην οικονομία, χωρίς σύγκρουση με αυτά τα συμφέροντα, λέει ψέματα, σκορπίζει αυταπάτες, κοιμίζει τον κόσμο. Υιοθετεί και υπηρετεί, σε τελευταία ανάλυση, την κυρίαρχη πολιτική.
Πάνω σε αυτό το ζήτημα, έχει εξαπολυθεί μια χυδαία και ύπουλη επίθεση στο Κόμμα, ότι το Κόμμα τα παραπέμπει όλα στο σοσιαλισμό, στην εργατική λαϊκή εξουσία και ότι δεν ενδιαφέρεται για τη βελτίωση της ζωής του λαού σήμερα. Πρωταγωνιστής αυτής της πρόστυχης επίθεσης είναι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τα στελέχη του. Αυτήν την άποψη, υιοθετούν οι διαφωνούντες και μας την παρουσιάζουν με στομφώδη τρόπο ως μαρξιστική.
Πρόκειται για άποψη που διαστρεβλώνει πλήρως τις θέσεις και τη δράση του Κόμματος, είναι συκοφαντική και ξεδιάντροπα προσβλητική για τα μέλη του Κόμματος, για τους οπαδούς και φίλους που δίνουν κάθε μέρα με αυτοθυσία μάχες μαζί με χιλιάδες εργαζόμενους.
Δεν υπάρχει πρόβλημα, που να αφορά τη ζωή του λαού που το Κόμμα να μην έχει διατυπώσει θέση και να μην παλεύει καθημερινά, παντού στους τόπους δουλειάς, στα σωματεία, στα σχολεία, στις γειτονιές, στη βουλή, με το «Ριζοσπάστη» και τα άλλα μαζικά μέσα του Κόμματος.
Με τον αγώνα του Κόμματος και του ΠΑΜΕ έχουμε αποτρέψει χειρότερα, έχουμε καθυστερήσει μέτρα, έχουμε δυσκολέψει στην υλοποίηση αντιλαϊκών μέτρων.
Δεν παραιτούμαστε ούτε στιγμή από κάθε δυνατότητα βελτίωσης ή διατήρησης ενός δικαιώματος, παλεύουμε ακούραστα για ένα πλατύ κίνημα μαζών, για συμμετοχή μαζών στον αγώνα με ταξική βεβαίως κατεύθυνση και έχουμε αποτελέσματα.
Σε τι αποβλέπει όλη αυτή η επίθεση;
Να αποδεχτούμε και να υιοθετήσουμε τη θέση ότι μπορεί αυτό το σύστημα να μεταρρυθμιστεί και να γίνει πιο φιλολαϊκό, πιο φιλεργατικό. Να υποχωρήσουμε ή και να εγκαταλείψουμε την πάλη για ριζικές αλλαγές προς όφελος των εργαζομένων. Να εγκαταλείψουμε τον αγώνα για άλλο δρόμο ανάπτυξης. Να βάλουμε πλάτη, για να ξεπεράσει το σύστημα τις δυσκολίες του. Να πάψουμε να είμαστε Κομμουνιστικό Κόμμα.
Να τι απορρίπτουμε.
Η ευθύνη, όμως, ενός Κόμματος που θέλει να σέβεται τον εαυτό του και την αποστολή του, να παίζει πρωτοπόρο ρόλο, δεν είναι να υποτάσσεται στο συσχετισμό δύναμης και το δοσμένο επίπεδο συνείδησης, αλλά να παλεύει για να αλλάξει τους συσχετισμούς και να ανυψώνει το επίπεδο της πολιτικής συνείδησης.
Ξέρουμε τι θέλει ο πολύς κόσμος. Θέλει λύσεις εδώ και τώρα, χωρίς θυσίες και σύγκρουση, και μέσα από κοινοβουλευτικές αποκλειστικά διαδικασίες. Αυτό ζητούσε πολύς κόσμος στις πρόσφατες εκλογές, αυτό ζητούσαν πολλοί ψηφοφόροι του Κόμματος.
Ξέρουμε, επίσης, τι θέλουν πολλοί εργαζόμενοι. Να πηγαίνουμε όλοι μαζί, με εργατοπατέρες και συμβιβασμένους και να παλεύει το συνδικαλιστικό κίνημα για να φύγει η κλεπτοκρατία και για αλλαγή φρουράς στη διακυβέρνηση.
Χωρίς να υποτιμάμε ή να παραγνωρίζουμε αυτό το επίπεδο, παλεύουμε να αλλάξουμε αυτήν την κατάσταση.
Σε αυτή την κατεύθυνση, έχουμε επεξεργασμένη πολιτική και καταγράφουμε επιτυχίες και αποτελέσματα.
Πάνω στο έδαφος των οξυμένων λαϊκών προβλημάτων παλεύουμε να αναπτύξουμε ένα πλατύ οργανωμένο κίνημα, αλλά με σαφή στόχο και κατεύθυνση. Παλεύουμε, πριν απ' όλα, για την ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, με επεξεργασμένη γραμμή συσπείρωσης και συμμαχιών. Οι δυνάμεις που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, στην ΠΑΣΕΒΕ, στην ΠΑΣΥ, στην ΟΓΕ και στο ΜΑΣ αποτελούν τη βάση και τη δύναμη κρούσης αυτού του κινήματος.
Υπολογίζουμε τους συσχετισμούς δύναμης, αλλά δεν καθορίζουμε την πολιτική μας από το σημερινό τους επίπεδο.
Η κατεύθυνση των πολιτικών αλλαγών που πρέπει να γίνουν δεν καθορίζεται από το συσχετισμό δύναμης. Οι αναγκαίες αλλαγές καθορίζονται από τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε είναι αναγκαία η αποδέσμευση από την ΕΕ, η μονομερής διαγραφή του χρέους, η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, η σχεδιασμένη ανάπτυξη για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Αυτές οι αλλαγές δεν μπορούν να γίνουν μέσα από εκλογικές διαδικασίες και με κυβερνήσεις συμβιβασμού. Αλλά μέσα από ένα κίνημα ανατροπών και διεκδίκησης της εξουσίας, με αλλαγή τάξης.
Τρίτο: Υπολογίζουμε ποιος καθορίζει σήμερα τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις.
Τις εξελίξεις δεν τις καθορίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε οικονομικό επίπεδο ούτε η Βουλή σε πολιτικό επίπεδο. Τις καθορίζουν τα μονοπώλια, οι διακρατικές Ενώσεις τους, όπως είναι η ΕΕ. Αυτή είναι η ουσία του ιμπεριαλισμού.
Οσοι πολεμούν τη στρατηγική του Κόμματος ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα δεν ανήκει στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Οτι είναι αυθαίρετη και έξω από την ελληνική πραγματικότητα η θεωρητική ανάλυση - τοποθέτηση του Κόμματος ότι στην Ελλάδα έχουμε αναπτυγμένο καπιταλισμό. Διαστρεβλώνουν με χυδαίο τρόπο την ανάλυση του Κόμματος.
Μπορεί η Ελλάδα να μην είναι Γερμανία ή Αγγλία, αλλά τις εξελίξεις τις καθορίζουν τα μονοπώλια, οι μονοπωλιακοί όμιλοι. Αυτοί κάνουν κουμάντο σε κάθε κλάδο της οικονομίας και όχι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η ανάγκη αυτή δεν είναι στη φαντασία μας, δεν είναι αυθαίρετη. Αυθαιρετούν όλοι αυτοί που παρακολουθούν τις εξελίξεις μέσα από το μικρό κόσμο τους.
Στις τελευταίες δεκαετίες, έχουμε τεράστια συγκέντρωση κεφαλαίου και μέσων παραγωγής σε μονοπωλιακούς ομίλους.
Η οικονομική κρίση σπρώχνει με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς σε μεγαλύτερη ακόμα ισχυροποίηση των μονοπωλίων. Οι φωστήρες της αμφισβήτησης των επεξεργασιών του Κόμματος ας απαντήσουν: Ποιος κάνει κουμάντο στην Ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, στις θαλάσσιες και εναέριες μεταφορές, στις κατασκευές, στο εμπόριο, στον τουρισμό, στη διατροφή του λαού, στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη;
Ποιος ξεζουμίζει τη μικρομεσαία αγροτιά; Ποιος καθορίζει τη συγκέντρωση και κίνηση του κεφαλαίου; Υπάρχει ή δεν υπάρχει χρηματιστικό κεφάλαιο;
Δεν περιορίζεται αυτή η διαδικασία της συγκέντρωσης μόνο στην υλική παραγωγή αλλά και σε τομείς των κοινωνικών υπηρεσιών, στην Υγεία, στον Πολιτισμό, στον Αθλητισμό, στην Πρόνοια, στην Εκπαίδευση, στην Κοινωνική Ασφάλιση.
Είναι σε εξέλιξη αυτή η διαδικασία σε όλους τους χώρους του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Με τον «Καλλικράτη» και τις άλλες αναδιαρθρώσεις που προωθούνται επιταχύνεται η παράδοση του ενός μετά τον άλλο, όλων σχεδόν των τομέων οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής στους μονοπωλιακούς ομίλους στα μεγάλα συμφέροντα.
Από τα σκουπίδια, τη Βοήθεια στο Σπίτι, στην είσπραξη των φόρων, παντού. Δεν υπάρχει τομέας των κοινωνικών υπηρεσιών που τα μονοπώλια δεν απλώνουν τα πλοκάμια τους άμεσα ή μέσω ΣΔΙΤ.
Το ίδιο το κράτος, συνολικά, προσαρμόζεται και εκσυγχρονίζεται ως το επιτελείο στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, παραδίδοντας κατά μάζες τους εργαζόμενους βορά στην απληστία του κέρδους.
Δεν είναι ιμπεριαλιστική επεκτατική πολιτική, κύριο γνώρισμα των μονοπωλίων, οι ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία, στα Βαλκάνια ακόμα και στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες, η εξαγωγή κεφαλαίων;
Η οικονομική κρίση, εν μέρει, εξηγεί την επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων και τις σε βάθος ανατροπές του συνόλου των εργασιακών σχέσεων. Αυτές όμως συνδέονται με την ισχυροποίηση των μονοπωλίων και την επέκταση της κυριαρχίας τους, πολιτικές που έχουν χαραχθεί πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση.
Η κατακόρυφη αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης η επιβολή μεροκάματου και μισθού κυριολεκτικά πείνας δεν είναι κάτι προσωρινό. Είναι το άπλωμα της μπότας της δικτατορίας των μονοπωλίων.
Η όξυνση αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας έχει φτάσει σε μεγάλο βάθος. Δε λύνεται με κανένα συμβιβασμό, παρά μόνο με τη σοσιαλιστική επανάσταση και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Οσοι εδώ σκέφτονται ρυθμίσεις ονειροπολούν.
Αλλά τα μονοπώλια δεν καταπιέζουν με αγριότητα μόνο την εργατική τάξη. Εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν το ίδιο βάναυσα τη μεγάλη μάζα των αυτοαπασχολούμενων, πολλών μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών και μεγάλο μέρος της αγροτιάς.
Από 'δώ και το κοινό συμφέρον της ενιαίας πάλης όλων αυτών των κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στα μονοπώλια, για την κατάργησή τους και την αντικατάσταση της κυριαρχίας τους από μια σχεδιασμένη οικονομία με βάση τις δυνατότητες της χώρας, της εποχής μας και κυρίως με βάση τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων.
Αλλαγές ριζικές που δεν μπορούν να γίνουν χωρίς την ανατροπή της αστικής εξουσίας από μια εργατική λαϊκή εξουσία.
Αναλύοντας αυτές τις εξελίξεις το ΚΚΕ, στο Πρόγραμμά του επεξεργάζεται την πολιτική συμμαχιών αυτών των δυνάμεων. Είναι η πολιτική συμμαχιών του Κόμματος κάτω από το γενικό τίτλο: Λαϊκή Συμμαχία.
Σε σχέση με το Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου στο νέο Πρόγραμμα η πολιτική συμμαχιών δίνεται πιο ολοκληρωμένα κα με μεγαλύτερη σαφήνεια.
Σε αυτή τη συμμαχία χωράει η μεγάλη πλειοψηφία του λαού, η εργατική τάξη, οι αυτοαπασχολούμενοι, η φτωχή αγροτιά με τις ταξικές τους Οργανώσεις. Αυτή η πολιτική συμμαχιών κάθε άλλο παρά στενεύει τη δουλειά του Κόμματος.
Απλώς αποκλείει συμμαχία με τμήματα της αστικής τάξης και κυβερνητικές συνεργασίες στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό είναι που ενοχλεί.
Εδώ εντάσσεται μια ολόκληρη περίοδος από το μεσοπόλεμο ως τις μέρες μας. Είναι η αρνητική πείρα της συμμετοχής σε αστικές κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Χιλής και της πείρας του δικού μας Κόμματος.
Είναι η πείρα των ανατροπών στη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Οσο δεν μπορέσαμε να κάνουμε στο 15ο Συνέδριο, σε συνθήκες που το Κόμμα πάλευε να σταθεί στα πόδια του, το κάναμε στα κατοπινά χρόνια, μέσα από επίμονη, θεωρητική και μελετητική δουλειά και τώρα αυτές οι συλλογικά ελεγχόμενες επεξεργασίες, αποτυπώνονται στο νέο Πρόγραμμα.
Συμπέρασμα:
Οι απόψεις όμως αυτές, που ζητούσαν από το Κόμμα να μπει στο δρόμο του συμβιβασμού με τις οπορτουνιστικές πολιτικές και της προδοσίας των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων, δεν έχουν ακόμα ηττηθεί. Συνεχίζουν και κλιμακώνουν τον πόλεμο στο Κόμμα και τη στρατηγική του. Ο πυρήνας αυτών των δυνάμεων είναι πρώην μέλη και στελέχη του ΚΚΕ που έφυγαν κατά καιρούς από το Κόμμα. Ανάμεσά τους, υπάρχουν και αρκετά σημερινά μέλη του Κόμματος, ορισμένοι δημοσιογράφοι του «Ριζοσπάστη» και ορισμένα πρώην μέλη της ΚΕ που διαφωνούν με τη στρατηγική του Κόμματος και, μπροστά στο Συνέδριο, πέρασαν σε ανοιχτό πόλεμο στον ανοιχτό προσυνεδριακό διάλογο, που διεξάγεται από τις γραμμές του «Ριζοσπάστη».
Οι σύντροφοι αυτοί ισχυρίζονται ότι η πάλη για το σοσιαλισμό, για την εργατική λαϊκή εξουσία είναι σεχταριστική πολιτική, αριστερίστικη. Είναι πολιτική απόσπασης από τις πιεστικές λαϊκές ανάγκες, από το σήμερα, ότι παραπέμπουμε τη λύση τους στο σοσιαλισμό, στο μακρινό μέλλον. Οτι δεν έχουμε πολιτική συμμαχιών ότι παραβιάζουμε το Πρόγραμμα, που ψήφισε το 15ο Συνέδριο, με το οποίο ορισμένοι διαφωνούσαν και τότε. Ως απόδειξη, φέρνουν τα εκλογικά αποτελέσματα και την εκλογική μείωση του Κόμματος.
Στην πραγματικότητα, οι σύντροφοι αυτοί υιοθετούν όλες τις εχθρικές αντιλήψεις για το Κόμμα, την πολιτική των οπορτουνιστών κάθε είδους και ταυτόχρονα ενισχύουν το οπλοστάσιο των αντιπάλων σε βάρος του Κόμματος.Οι περισσότεροι από αυτούς τους συντρόφους δεν παρακολουθούν τη δράση του Κόμματος, τις εξελίξεις και τις επεξεργασίες του Κόμματος. Είναι σε μόνιμη αντιπολίτευση απέναντι στο Κόμμα και την ηγεσία του.
Η αφετηρία τους δεν είναι οι υπαρκτές αδυναμίες και οι ελλείψεις του Κόμματος και η διόρθωσή τους, αλλά η αλλαγή στρατηγικής. Δε διαφωνούμε, λένε, με την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, αλλά να προχωρήσουμε μέσα από μια σταδιακή διαδικασία, διαχωρίζοντας αυθαίρετα και αυθάδικα τον ιμπεριαλισμό από τον καπιταλισμό.
Διαστρεβλώνουν και συκοφαντούν μεθοδικά και συνειδητά τις θέσεις και τη δράση του Κόμματος. Κάνουν πως δε βλέπουν ότι το ΚΚΕ καθημερινά διαμορφώνει μέτωπα πάλης για οξυμένα προβλήματα π.χ. εργατικό κίνημα, αγρότες, ΕΒΕ. Αυτή είναι η ουσία των θέσεών τους και της κριτικής που ασκούν.
Στα λόγια, απορρίπτουν βέβαια τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην πράξη οι απόψεις τους οδηγούν από την πίσω πόρτα σε συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας ή σε κυβερνήσεις στα πλαίσια του συστήματος.
Οταν ισχυρίζονται ότι δεν έχει το Κόμμα πολιτική συνεργασιών δε λένε καθαρά με ποιους πρέπει να συνεργαστούμε και για ποιο σκοπό.
Στο Κόμμα έχουμε μάθει, προσπαθούμε συνέχεια να προσέχουμε και να μελετάμε, είναι αλήθεια με ελλείψεις, αδυναμίες, όλες τις προτάσεις, κριτικές, ακόμα και την πολεμική των αντιπάλων. Θέλουμε να γινόμαστε όλο και καλύτεροι και σε αυτόν τον τομέα από την ΚΕ ως την ΚΟΒ και το κάθε μέλος του Κόμματος ξεχωριστά.
Δεν έχουμε όμως δικαίωμα να υιοθετούμε κάθε άποψη και, πολύ περισσότερο, να υποχωρούμε σε κάθε πίεση που ασκείται στο Κόμμα. Και ιδιαίτερα δεν έχουμε δικαίωμα να επιτρέπουμε την αλλοίωση και τον υποβιβασμό του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ και των σκοπών του, που είναι η ασυμβίβαστη πάλη με τα μονοπώλια, με το κεφάλαιο, με την αστική τάξη και τους συμμάχους της, με τους εκμεταλλευτές του λαού.
Θα ήταν προδοσία των συμφερόντων της εργατικής τάξης αν μπαίναμε σε μια συζήτηση για μια συνδιαχείριση αυτού του συστήματος, για μεταρρυθμίσεις προς όφελος του λαού με τη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση, όπου στην οικονομία θα κυριαρχούν οι μονοπωλιακοί όμιλοι και μέσα στην ΕΕ.
Επομένως, σωστά η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του Κόμματος, όλο το Κόμμα, απορρίπτει αυτές τις θέσεις ως εχθρικές και επιζήμιες για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Η στρατηγική του Κόμματος και οι βάσεις της επεξεργασίας της
Τι υπολογίζει το Κόμμα μας στη χάραξη της πολιτικής του, της δράσης του, της στρατηγικής του.Πρώτο: Τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων και ειδικά των εργατοϋπαλλήλων, των μισθωτών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, συνολικά της εργατικής τάξης, των αυτοαπασχολούμενων που είναι ένα μεγάλο στρώμα της ελληνικής κοινωνίας, των φτωχών αγροτών.
Υπολογίζουμε τις ανάγκες τους, παίρνοντας υπόψη το σύνολο της ζωής της εργατικής και λαϊκής οικογένειας και πιο ειδικά τις ανάγκες των παιδιών τους, αλλά και τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών.
Υπολογίζουμε αυτές τις ανάγκες, όχι με τα κριτήρια και τους όρους που καθορίζουν τα αστικά επιτελεία και η ΕΕ, όπου κυρίαρχο στοιχείο είναι τι αντέχει κάθε φορά η οικονομία, τι αντέχει κάθε φορά ο κρατικός προϋπολογισμός, τι αντέχει η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία των μονοπωλίων.
Κριτήρια για μας είναι οι δυνατότητες που προσφέρουν σήμερα οι παραγωγικές δυνάμεις, και οι δυνατότητες σήμερα είναι απεριόριστες. Κριτήριο επίσης είναι ότι αυτοί που παράγουν όλο τον πλούτο είναι οι εργαζόμενοι και όχι αυτοί που κατέχουν τα μέσα παραγωγής.
Με βάση αυτά τα κριτήρια, καταλήγουμε στη θέση ότι δεν υπάρχουν στα πλαίσια του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης περιθώρια για μια αξιοπρεπή ζωή για τους εργαζόμενους. Αντίθετα, η κυρίαρχη τάση είναι η απόλυτη και σχετική εξαθλίωση για τους πολλούς, η μόνιμη και μαζική ανεργία.
Επομένως, η σύγκρουση με αυτό το σύστημα είναι αναπόφευκτη, είναι όρος για να απαλλαγούν οι εργαζόμενοι και τα παιδιά τους από τη φτώχεια, την εξαθλίωση, την εκμετάλλευση χωρίς όρους και όρια.
Το ΚΚΕ έχει προειδοποιήσει γι' αυτήν την εξέλιξη πολύ πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης. Η κρίση ήρθε να επιβεβαιώσει αυτήν την εκτίμηση. Διέξοδος από την κρίση που να ικανοποιεί και την κερδοφορία των καπιταλιστών και τα στοιχειώδη συμφέροντα των εργαζομένων δεν υπάρχει.
Οποιος ισχυρίζεται ότι μπορεί να αναδειχθεί μια κυβέρνηση που θα αναχαιτίσει αυτήν την εξέλιξη χωρίς να καταργήσει την εξουσία των μονοπωλίων στην οικονομία, χωρίς σύγκρουση με αυτά τα συμφέροντα, λέει ψέματα, σκορπίζει αυταπάτες, κοιμίζει τον κόσμο. Υιοθετεί και υπηρετεί, σε τελευταία ανάλυση, την κυρίαρχη πολιτική.
Πάνω σε αυτό το ζήτημα, έχει εξαπολυθεί μια χυδαία και ύπουλη επίθεση στο Κόμμα, ότι το Κόμμα τα παραπέμπει όλα στο σοσιαλισμό, στην εργατική λαϊκή εξουσία και ότι δεν ενδιαφέρεται για τη βελτίωση της ζωής του λαού σήμερα. Πρωταγωνιστής αυτής της πρόστυχης επίθεσης είναι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τα στελέχη του. Αυτήν την άποψη, υιοθετούν οι διαφωνούντες και μας την παρουσιάζουν με στομφώδη τρόπο ως μαρξιστική.
Πρόκειται για άποψη που διαστρεβλώνει πλήρως τις θέσεις και τη δράση του Κόμματος, είναι συκοφαντική και ξεδιάντροπα προσβλητική για τα μέλη του Κόμματος, για τους οπαδούς και φίλους που δίνουν κάθε μέρα με αυτοθυσία μάχες μαζί με χιλιάδες εργαζόμενους.
Δεν υπάρχει πρόβλημα, που να αφορά τη ζωή του λαού που το Κόμμα να μην έχει διατυπώσει θέση και να μην παλεύει καθημερινά, παντού στους τόπους δουλειάς, στα σωματεία, στα σχολεία, στις γειτονιές, στη βουλή, με το «Ριζοσπάστη» και τα άλλα μαζικά μέσα του Κόμματος.
Με τον αγώνα του Κόμματος και του ΠΑΜΕ έχουμε αποτρέψει χειρότερα, έχουμε καθυστερήσει μέτρα, έχουμε δυσκολέψει στην υλοποίηση αντιλαϊκών μέτρων.
Δεν παραιτούμαστε ούτε στιγμή από κάθε δυνατότητα βελτίωσης ή διατήρησης ενός δικαιώματος, παλεύουμε ακούραστα για ένα πλατύ κίνημα μαζών, για συμμετοχή μαζών στον αγώνα με ταξική βεβαίως κατεύθυνση και έχουμε αποτελέσματα.
Σε τι αποβλέπει όλη αυτή η επίθεση;
Να αποδεχτούμε και να υιοθετήσουμε τη θέση ότι μπορεί αυτό το σύστημα να μεταρρυθμιστεί και να γίνει πιο φιλολαϊκό, πιο φιλεργατικό. Να υποχωρήσουμε ή και να εγκαταλείψουμε την πάλη για ριζικές αλλαγές προς όφελος των εργαζομένων. Να εγκαταλείψουμε τον αγώνα για άλλο δρόμο ανάπτυξης. Να βάλουμε πλάτη, για να ξεπεράσει το σύστημα τις δυσκολίες του. Να πάψουμε να είμαστε Κομμουνιστικό Κόμμα.
Να τι απορρίπτουμε.
Δεν καθορίζει ο συσχετισμός δυνάμεων την πολιτική μας
Δεύτερο: Υπολογίζουμε και το συσχετισμό δύναμης και το επίπεδο συνείδησης των πλατιών λαϊκών μαζών.Η ευθύνη, όμως, ενός Κόμματος που θέλει να σέβεται τον εαυτό του και την αποστολή του, να παίζει πρωτοπόρο ρόλο, δεν είναι να υποτάσσεται στο συσχετισμό δύναμης και το δοσμένο επίπεδο συνείδησης, αλλά να παλεύει για να αλλάξει τους συσχετισμούς και να ανυψώνει το επίπεδο της πολιτικής συνείδησης.
Ξέρουμε τι θέλει ο πολύς κόσμος. Θέλει λύσεις εδώ και τώρα, χωρίς θυσίες και σύγκρουση, και μέσα από κοινοβουλευτικές αποκλειστικά διαδικασίες. Αυτό ζητούσε πολύς κόσμος στις πρόσφατες εκλογές, αυτό ζητούσαν πολλοί ψηφοφόροι του Κόμματος.
Ξέρουμε, επίσης, τι θέλουν πολλοί εργαζόμενοι. Να πηγαίνουμε όλοι μαζί, με εργατοπατέρες και συμβιβασμένους και να παλεύει το συνδικαλιστικό κίνημα για να φύγει η κλεπτοκρατία και για αλλαγή φρουράς στη διακυβέρνηση.
Χωρίς να υποτιμάμε ή να παραγνωρίζουμε αυτό το επίπεδο, παλεύουμε να αλλάξουμε αυτήν την κατάσταση.
Σε αυτή την κατεύθυνση, έχουμε επεξεργασμένη πολιτική και καταγράφουμε επιτυχίες και αποτελέσματα.
Πάνω στο έδαφος των οξυμένων λαϊκών προβλημάτων παλεύουμε να αναπτύξουμε ένα πλατύ οργανωμένο κίνημα, αλλά με σαφή στόχο και κατεύθυνση. Παλεύουμε, πριν απ' όλα, για την ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, με επεξεργασμένη γραμμή συσπείρωσης και συμμαχιών. Οι δυνάμεις που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, στην ΠΑΣΕΒΕ, στην ΠΑΣΥ, στην ΟΓΕ και στο ΜΑΣ αποτελούν τη βάση και τη δύναμη κρούσης αυτού του κινήματος.
Υπολογίζουμε τους συσχετισμούς δύναμης, αλλά δεν καθορίζουμε την πολιτική μας από το σημερινό τους επίπεδο.
Η κατεύθυνση των πολιτικών αλλαγών που πρέπει να γίνουν δεν καθορίζεται από το συσχετισμό δύναμης. Οι αναγκαίες αλλαγές καθορίζονται από τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε είναι αναγκαία η αποδέσμευση από την ΕΕ, η μονομερής διαγραφή του χρέους, η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, η σχεδιασμένη ανάπτυξη για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Αυτές οι αλλαγές δεν μπορούν να γίνουν μέσα από εκλογικές διαδικασίες και με κυβερνήσεις συμβιβασμού. Αλλά μέσα από ένα κίνημα ανατροπών και διεκδίκησης της εξουσίας, με αλλαγή τάξης.
Τρίτο: Υπολογίζουμε ποιος καθορίζει σήμερα τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις.
Τις εξελίξεις δεν τις καθορίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε οικονομικό επίπεδο ούτε η Βουλή σε πολιτικό επίπεδο. Τις καθορίζουν τα μονοπώλια, οι διακρατικές Ενώσεις τους, όπως είναι η ΕΕ. Αυτή είναι η ουσία του ιμπεριαλισμού.
Οσοι πολεμούν τη στρατηγική του Κόμματος ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα δεν ανήκει στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Οτι είναι αυθαίρετη και έξω από την ελληνική πραγματικότητα η θεωρητική ανάλυση - τοποθέτηση του Κόμματος ότι στην Ελλάδα έχουμε αναπτυγμένο καπιταλισμό. Διαστρεβλώνουν με χυδαίο τρόπο την ανάλυση του Κόμματος.
Μπορεί η Ελλάδα να μην είναι Γερμανία ή Αγγλία, αλλά τις εξελίξεις τις καθορίζουν τα μονοπώλια, οι μονοπωλιακοί όμιλοι. Αυτοί κάνουν κουμάντο σε κάθε κλάδο της οικονομίας και όχι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η ανάγκη αυτή δεν είναι στη φαντασία μας, δεν είναι αυθαίρετη. Αυθαιρετούν όλοι αυτοί που παρακολουθούν τις εξελίξεις μέσα από το μικρό κόσμο τους.
Στις τελευταίες δεκαετίες, έχουμε τεράστια συγκέντρωση κεφαλαίου και μέσων παραγωγής σε μονοπωλιακούς ομίλους.
Η οικονομική κρίση σπρώχνει με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς σε μεγαλύτερη ακόμα ισχυροποίηση των μονοπωλίων. Οι φωστήρες της αμφισβήτησης των επεξεργασιών του Κόμματος ας απαντήσουν: Ποιος κάνει κουμάντο στην Ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, στις θαλάσσιες και εναέριες μεταφορές, στις κατασκευές, στο εμπόριο, στον τουρισμό, στη διατροφή του λαού, στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη;
Ποιος ξεζουμίζει τη μικρομεσαία αγροτιά; Ποιος καθορίζει τη συγκέντρωση και κίνηση του κεφαλαίου; Υπάρχει ή δεν υπάρχει χρηματιστικό κεφάλαιο;
Δεν περιορίζεται αυτή η διαδικασία της συγκέντρωσης μόνο στην υλική παραγωγή αλλά και σε τομείς των κοινωνικών υπηρεσιών, στην Υγεία, στον Πολιτισμό, στον Αθλητισμό, στην Πρόνοια, στην Εκπαίδευση, στην Κοινωνική Ασφάλιση.
Είναι σε εξέλιξη αυτή η διαδικασία σε όλους τους χώρους του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Με τον «Καλλικράτη» και τις άλλες αναδιαρθρώσεις που προωθούνται επιταχύνεται η παράδοση του ενός μετά τον άλλο, όλων σχεδόν των τομέων οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής στους μονοπωλιακούς ομίλους στα μεγάλα συμφέροντα.
Από τα σκουπίδια, τη Βοήθεια στο Σπίτι, στην είσπραξη των φόρων, παντού. Δεν υπάρχει τομέας των κοινωνικών υπηρεσιών που τα μονοπώλια δεν απλώνουν τα πλοκάμια τους άμεσα ή μέσω ΣΔΙΤ.
Το ίδιο το κράτος, συνολικά, προσαρμόζεται και εκσυγχρονίζεται ως το επιτελείο στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, παραδίδοντας κατά μάζες τους εργαζόμενους βορά στην απληστία του κέρδους.
Η όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας βάθυνε πολύ
Βεβαίως,
η καπιταλιστική ανάπτυξη γίνεται ανισόμετρα και άναρχα αλλά αυτή είναι
νομοτέλεια και αδύνατος κρίκος. Το ότι η Ελλάδα είναι σε ενδιάμεση θέση
δε σημαίνει ότι δεν έχει μονοπώλια και δε μετέχει ενεργά στον
ιμπεριαλιστικό πόλεμο.Δεν είναι ιμπεριαλιστική επεκτατική πολιτική, κύριο γνώρισμα των μονοπωλίων, οι ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία, στα Βαλκάνια ακόμα και στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες, η εξαγωγή κεφαλαίων;
Η οικονομική κρίση, εν μέρει, εξηγεί την επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων και τις σε βάθος ανατροπές του συνόλου των εργασιακών σχέσεων. Αυτές όμως συνδέονται με την ισχυροποίηση των μονοπωλίων και την επέκταση της κυριαρχίας τους, πολιτικές που έχουν χαραχθεί πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση.
Η κατακόρυφη αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης η επιβολή μεροκάματου και μισθού κυριολεκτικά πείνας δεν είναι κάτι προσωρινό. Είναι το άπλωμα της μπότας της δικτατορίας των μονοπωλίων.
Η όξυνση αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας έχει φτάσει σε μεγάλο βάθος. Δε λύνεται με κανένα συμβιβασμό, παρά μόνο με τη σοσιαλιστική επανάσταση και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Οσοι εδώ σκέφτονται ρυθμίσεις ονειροπολούν.
Αλλά τα μονοπώλια δεν καταπιέζουν με αγριότητα μόνο την εργατική τάξη. Εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν το ίδιο βάναυσα τη μεγάλη μάζα των αυτοαπασχολούμενων, πολλών μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών και μεγάλο μέρος της αγροτιάς.
Από 'δώ και το κοινό συμφέρον της ενιαίας πάλης όλων αυτών των κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στα μονοπώλια, για την κατάργησή τους και την αντικατάσταση της κυριαρχίας τους από μια σχεδιασμένη οικονομία με βάση τις δυνατότητες της χώρας, της εποχής μας και κυρίως με βάση τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων.
Αλλαγές ριζικές που δεν μπορούν να γίνουν χωρίς την ανατροπή της αστικής εξουσίας από μια εργατική λαϊκή εξουσία.
Αναλύοντας αυτές τις εξελίξεις το ΚΚΕ, στο Πρόγραμμά του επεξεργάζεται την πολιτική συμμαχιών αυτών των δυνάμεων. Είναι η πολιτική συμμαχιών του Κόμματος κάτω από το γενικό τίτλο: Λαϊκή Συμμαχία.
Σε σχέση με το Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου στο νέο Πρόγραμμα η πολιτική συμμαχιών δίνεται πιο ολοκληρωμένα κα με μεγαλύτερη σαφήνεια.
Σε αυτή τη συμμαχία χωράει η μεγάλη πλειοψηφία του λαού, η εργατική τάξη, οι αυτοαπασχολούμενοι, η φτωχή αγροτιά με τις ταξικές τους Οργανώσεις. Αυτή η πολιτική συμμαχιών κάθε άλλο παρά στενεύει τη δουλειά του Κόμματος.
Απλώς αποκλείει συμμαχία με τμήματα της αστικής τάξης και κυβερνητικές συνεργασίες στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό είναι που ενοχλεί.
Αντλούμε διδάγματα απ' την πείρα της ταξικής πάλης
Τέταρτο:
Υπολογίζουμε την πείρα της ταξικής πάλης και διεθνώς και στη χώρα μας.
Την πείρα του διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος αλλά και του ΚΚΕ.Εδώ εντάσσεται μια ολόκληρη περίοδος από το μεσοπόλεμο ως τις μέρες μας. Είναι η αρνητική πείρα της συμμετοχής σε αστικές κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Χιλής και της πείρας του δικού μας Κόμματος.
Είναι η πείρα των ανατροπών στη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Οσο δεν μπορέσαμε να κάνουμε στο 15ο Συνέδριο, σε συνθήκες που το Κόμμα πάλευε να σταθεί στα πόδια του, το κάναμε στα κατοπινά χρόνια, μέσα από επίμονη, θεωρητική και μελετητική δουλειά και τώρα αυτές οι συλλογικά ελεγχόμενες επεξεργασίες, αποτυπώνονται στο νέο Πρόγραμμα.
Συμπέρασμα:
- Η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι πλέον ασυμβίβαστη με τα συμφέροντα των εργατών και τις ανάγκες της κοινωνίας.
- Εξοδος από την κρίση που να υπηρετεί την καπιταλιστική κερδοφορία, τα στοιχειώδη συμφέροντα των εργατών και την κοινωνική πρόοδο επίσης δε συμβιβάζονται.
- Η επιθετικότητα του κεφαλαίου παίρνει μεγάλες διαστάσεις και δεν ανακόπτεται παρά μόνο με σύγκρουση.
- Οποια κυβέρνηση, εφ' όσον κυριαρχούν στην οικονομία τα οικονομικά μεγαθήρια και παραμένουμε στην ΕΕ, θα είναι στην υπηρεσία τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου