Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Η πολιτική επιστράτευση και τα αμβλυμμένα μας πολιτικά αντανακλαστικά

του Σπύρου Ραυτόπουλου


Το σύνθημα «είμαστε όλοι καθηγητές» ακούστηκε όμορφα, όπως έχουν ακουστεί πολλά ανάλογα συνθήματα συμπαράστασης σε απεργούς και διαμαρτυρόμενους πολίτες, ιδίως όταν αυτοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την επικίνδυνη αλαζονεία της εξουσίας.  Κάθε φορά που ένα κράτος κάνει επίδειξη αυταρχισμού καταφεύγοντας σε μέτρα καταναγκασμού και αναστολής ελευθεριών όπως η πολιτική επιστράτευση οφείλουμε να αισθανόμαστε όλοι το ίδιο θιγόμενοι και επιπλέον άκρως ανήσυχοι. Δυστυχώς δεν αισθανόμαστε όλοι έτσι και εν προκειμένω δεν φαίνεται να «είμαστε όλοι καθηγητές». Ακόμα χειρότερα, δεν είναι αληθινοί καθηγητές ούτε καν όλοι όσοι φέρουν τυπικά την ιδιότητα!

Είναι να απορεί κανείς με όσους δικαιολογούν το μέτρο της επιστράτευσης αποδεχόμενοι τις γελοίες δικαιολογίες που εκστομίζονται από την κουστωδία της συγκυβέρνησης και μηρυκάζονται από τμήμα της ενδημικής κομματικής και συνδικαλιστικής πανίδας· ιδίως με όσους από δαύτους διαθέτουν και την ιδιότητα του παιδαγωγού! Διότι πώς μπορείς να λέγεσαι παιδαγωγός όταν καταδέχεσαι να επιστρέφεις στο σχολείο σου με ένα τέτοιο φύλλο πορείας παραμάσχαλα, με ένα τέτοιο ντροπιαστικό τεκμήριο υποτέλειας; Πώς μπορείς να εμφανίζεσαι με την ουρά στα σκέλια στους μαθητές σου, ηττημένος από ένα  χουντικής έμπνευσης κουρελόχαρτο, για να τους διδάξεις μετά από αυτά ήθος, τόλμη, δημοκρατία, ελευθερία σκέψης, πολιτική ελευθερία, ελευθερία εν γένει;

Είναι θλιβερή κάθε απόπειρα υπεράσπισης  του προκλητικού αυτού μέτρου και απολύτως αφελής, αν όχι σκόπιμα αποπροσανατολιστική, κάθε συζήτηση -την ώρα αυτή- για τον χρόνο που επέλεξαν δήθεν οι καθηγητές να κάνουν την κινητοποίησή τους ή για το δίκαιο ή άδικο των διεκδικήσεών τους. Για να το πούμε όσο πιο εμφατικά γίνεται: το μέτρο θα εξακολουθούσε να είναι όχι μόνο αντισυνταγματικό, αλλά και από κάθε άλλη σκοπιά απαράδεκτο, ακόμα κι αν οι διεκδικήσεις των απεργών ήταν εντελώς εξωφρενικές και αντικοινωνικές. Ο εργοδότης (κράτος, ή ιδιώτης) μπορεί να συνομιλεί, να διαπραγματεύεται και να αποδέχεται ή να απορρίπτει αιτήματα και διεκδικήσεις, δεν έχει όμως δικαίωμα να επιβάλει αναγκαστική εργασία σε κανέναν, κατά την προσωπική μάλιστα άποψη του γράφοντα ούτε καν κάτω από ειδικές συνθήκες όπως αυτές που αναφέρονται στο ελληνικό σύνταγμα· αλλιώς οδηγούμαστε –έστω υπό όρους- σε καθεστώς δουλείας. Με άλλα λόγια το μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης που ούτως ή άλλως βάσει του ισχύοντος συντάγματος σήμερα εφαρμόζεται εντελώς καταχρηστικά, θα έπρεπε να καταργηθεί εντελώς.

Το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμα εξεγερθεί κατά του αυταρχικού πολιτικού μας καθεστώτος είναι ούτως ή άλλως θλιβερό αν και ως έναν βαθμό ερμηνεύσιμο. Όμως η άμεση ή έμμεση αποδοχή μέτρων που παραβιάζουν όχι απλώς το σύνταγμα, τη λογική, και τα συνήθη όρια της πολιτικής δικαιοδοσίας των κυβερνώντων (η δημοκρατία ούτως ή άλλως έχει πάει περίπατο προ πολλού) αλλά πλέον στρέφονται και κατά βασικών ελευθεριών, θα έπρεπε να έχει κινητοποιήσει όχι μόνο το σύνολο των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων (κυρίως αυτούς) και των δημοσίων λειτουργών γενικώς, αλλά και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Από σήμερα δεν έπρεπε να υπάρχει εκπαιδευτικός ή εκπαιδευόμενος ούτε καν στα νηπιαγωγεία, μέχρι τη στιγμή της απόσυρσης του μέτρου. Στην πραγματικότητα δεν έπρεπε να κινείται τίποτα. Κι όμως, όχι μόνο ανακοινώνεται ότι οι εξετάσεις θα γίνουν κανονικά, υπό την απειλή μιας επιστράτευσης που είχε μάλιστα προληπτικό χαρακτήρα(!), αλλά η συζήτηση περιστρέφεται ακόμα γύρω από τα αιτήματα των εκπαιδευτικών και για το πώς «ευτυχώς» αποφύγαμε τη διατάραξη της κοινωνικής μας γαλήνης εν καιρώ εξετάσεων.

Το ότι η κυβερνητική αδιαλλαξία και προκλητικότητα ενθαρρύνθηκε από πραξικοπηματικές αποφάσεις συνδικαλιστικών ηγεσιών και παρατάξεων, οι οποίες ενεργούν ως φερέφωνα των απολύτως αφοσιωμένων στο σύστημα κομμάτων της βουλής και οι οποίες αποφασίζουν κατά περίπτωση και κατά το δοκούν να γράψουν… δημοκρατικότατα στα παλιά τους παπούτσια τη βούληση της βάσης, αποτελεί μεν γεγονός, αλλά όχι και επαρκή δικαιολογία για το σημερινό πολιτικό κατάντημα. Δεν ευθύνονται μόνο οι πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες. Διότι σήμερα η βάση, εμφανίζεται και πάλι έτοιμη να πειθαρχήσει -πιθανότατα μάλιστα ανακουφισμένη λόγω αναστολής της απεργίας- σε μια απόφαση της ΟΛΜΕ που επιδεικτικά αγνόησε την υποτιθέμενη αντίθετη δική της βούληση! Αν η ομοσπονδία σου ή οποιοσδήποτε συνδικαλιστικός φορέας σου αποφασίζει κόντρα στα συμφέροντά σου και στη βούλησή σου, τότε ως συνδικαλιστική βάση αγνοείς την απόφαση και εγείρεις ταυτόχρονα ζήτημα εκπροσώπησης, πιθανότατα δε και καταστατικών αλλαγών· δεν πειθαρχείς!

Ας μην κοροϊδευόμαστε λοιπόν. Η πικρή αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μια ακόμα βαρύτατη ήττα. Αυτή δεν αφορά μόνο τους καθηγητές που ασφαλώς έχουν εν προκειμένω και την κύρια ευθύνη για την διόλου τιμητική αυτή υποχώρηση. Ηττημένοι είμαστε όλοι ως μέλη μιας προ πολλού ηττημένης κοινωνίας. Κι ας σταματήσουν επιτέλους όσοι θεωρούν εαυτούς προοδευτικά μέλη αυτού που αορίστως αναφέρεται ως «το κίνημα» (πάντα… προοδευτικό κι αυτό) τις ξεδιάντροπες κολακείες και τις πατερναλιστικές θωπείες στις συνδικαλιστικές βάσεις και στα εκλογικά σώματα! Σε όποια προοδευτική ομάδα και υποκατηγορία κι αν ανήκει κανείς, το να παριστάνει τον αισιόδοξο μια μέρα ντροπής σαν τη χθεσινή και τη σημερινή, μόνο και μόνο για να μην απογοητεύσει ή δυσαρεστήσει τους συναδέλφους του, τους συναγωνιστές του και… προπαντός τους υποψήφιους ψηφοφόρους του, δεν είναι μόνο ανειλικρινές και ανέντιμο· είναι και πολιτικά αναποτελεσματικό. Διότι το πιο απογοητευτικό δεν είναι η αρνητική έκβαση μιας μάχης που δόθηκε. Είναι το να μη δίνεται αυτή η μάχη. Είναι επίσης ότι δεν φαίνεται να συνειδητοποιούμε ποιο ακριβώς υπήρξε το χαμένο της διακύβευμα. Η αισιοδοξία για το ξεπέρασμα ενός προβλήματος δικαιολογείται μόνο από τη στιγμή που τουλάχιστον το πρώτο βήμα, εκείνο της διάγνωσης και ανάλυσης του προβλήματος σε όλες του τις διαστάσεις έχει γίνει επιτυχώς. Πώς είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς ότι βρισκόμαστε στο σημείο αυτό, όταν ένα τόσο καίριο χτύπημα στα απομεινάρια της πολιτικής νομιμότητας όπως το μέτρο της επιστράτευσης, αντί να προκαλεί ήδη κατακλυσμιαίες αλυσιδωτές πολιτικές αντιδράσεις, εκτοπίζεται από τη πολιτική συζήτηση χάριν του «φλέγοντος» ζητήματος των πανελληνίων εξετάσεων και του δίκαιου ή μη των αιτημάτων των καθηγητών; Σήμερα δεν έπρεπε να συζητείται τίποτα άλλο εκτός από την αισχρή αυτή επίδειξη ολοκληρωτισμού, τίποτε άλλο  εκτός από το νέο και ιδιαιτέρως προκλητικό αυτό πλήγμα κατά της ελευθερίας. Κάθε άλλη σχετική με το εκπαιδευτικό ζήτημα συζήτηση, όφειλε να ξαναανοιχτεί μετά την οριστική και αμετάκλητη απόσυρση του μέτρου.

Έχοντας συνηθίσει να βιώνουμε σαν αποχαυνωμένοι τους αλλεπάλληλους αντιδημοκρατικούς εκτροχιασμούς των τελευταίων κυβερνήσεων της μπανανίας μας, και τις θλιβερές παραστάσεις των κοινοβουλευτικών μας θιάσων, τα αμβλυμμένα πλέον δημοκρατικά μας αισθητήρια και αντανακλαστικά μας εμποδίζουν να αναγνωρίσουμε και να αντιδράσουμε ακόμα και στα πιο επικίνδυνα πολιτικά ερεθίσματα, εκείνα που προοιωνίζονται τις πιο εφιαλτικές πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις.

Ελπίδα μπορεί να υπάρξει. Αλλά η γέννησή της θα συμπέσει με τη γέννηση του πολίτη, αυτής της θεμελιώδους πολιτικής οντότητας που θα οφείλαμε να είμαστε και δεν είμαστε ακόμα.  Η ελπίδα βρίσκεται μέσα στον καθένα μας, στη διάθεση και την ικανότητά μας για πολιτική σκέψη και δράση. Δεν βρίσκεται έξω από μας τους ίδιους, δεν μπορούμε να την εναποθέτουμε σε τρίτους. 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου