1. Η δικτατορία του κυνισμού και η παντοκρατορία της ηλιθιότητας
Καθώς η κρίση όχι μόνο χρονίζει αλλά βαθαίνει όλο και περισσότερο κι ενώ, παράλληλα, τα διεθνή μέσα κάνουν πια ανοιχτά λόγο για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη,
καταδεικνύοντας ακόμα μια φορά την τεράστια πολιτική απάτη που
διενεργήθηκε, με την επικοινωνιακή επιβολή ως πραγματικού του δήθεν
«διακυβεύματος» των τελευταίων εθνικών εκλογών που δεν ήταν άλλο παρά
το: «εντός ή εκτός ευρώ, εντός ή εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, σωτηρία και
ανάπτυξη μετά θυσιών ή βέβαιος θάνατος»…, τα «δημοκρατικά» προσωπεία
πέφτουν μέρα με τη μέρα.
Παρά την εκλογική νίκη των κομμάτων που
είναι τα φερέφωνα (καλύτερα, το θλιβερό υπηρετικό προσωπικό) των
οικονομικών ελίτ και παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις περί μη εξόδου της
χώρας από την ευρωζώνη αν εκλεγούν οι εφαρμοστές των Νεοφιλελεύθερων
πολιτικών λιτότητας – διλήμματα και μηνύματα που προπαγανδίστηκαν με
τρόπο απροκάλυπτα εκβιαστικό από διεθνή και εγχώρια ΜΜΕ σε βαθμό που
τελικά έκριναν το εκλογικό αποτέλεσμα – το ζήτημα της αποπομπής της
Ελλάδας από την Ευρωζώνη και η «άτακτη χρεοκοπία» επανέρχεται από όλο
και πιο επίσημους κύκλους, μην αποτελώντας πλέον ούτε ταμπού αλλά ούτε
και «σενάριο υπερβολής» όπως ανέφεραν μέχρι πριν λίγους μήνες τα
γερμανικά ΜΜΕ. Όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που οι κυβερνώντες, στον
οικονομικό τομέα εφαρμόζουν τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες και
αντιλαϊκές πολιτικές, ενώ πολιτικά είναι από τους πιο συντηρητικούς και
αυταρχικούς. Τραγικό για κάποιους, αλλά απόλυτα αναμενόμενο για εμάς
είναι το γεγονός της (υποτιθέμενης αριστερής) νομιμοποίησης της ΔΗΜ.ΑΡ. η
οποία παρέχει ένα εντελώς ανέντιμο πολιτικό άλλοθι στην Κυβέρνηση αφού
(στα μάτια πάρα πολλών συμπολιτών μας) την αναβαπτίζει από μια
κυβερνητική συμμαχία τεράτων, από απλή συμμορία ληστών που είναι στην
πραγματικότητα, σε «Κυβέρνηση Εθνικής Συνευθύνης και Σωτηρίας».
Σ’ ολόκληρη την γηραιά μας ήπειρο, η
ψαλίδα μεταξύ βορρά και νότου ανοίγει όλο και περισσότερο, ενώ,
παράλληλα, οι Ευρωπαϊκές ελίτ μιλούν πλέον ανοιχτά για την ανάγκη
θεσμοθέτησης και λήψης νέων μέτρων καταστολής, επενδύοντας στη λογική
του φόβου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Βρετανία, όπου:
- Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις αναφορικά με το ερώτημα αν θα έπρεπε να επαναφερθεί ή όχι η ποινή του θανάτου για ορισμένα εγκλήματα, η συντριπτική πλειοψηφία τάσσεται υπέρ της επαναφοράς της,
- κατά την περίοδο των ταραχών του Αυγούστου του 2011, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού τασσόταν υπέρ της επέμβασης των ενόπλων δυνάμεων για την καταστολή τους – αντίληψη που σημαίνει ρητή ή σιωπηρή συναίνεση στην παράκαμψη θεμελιωδών αρχών του ίδιου του αστικού νομικού πολιτισμού (κράτος δικαίου και όχι στρατοκρατία, αρχή αναλογικότητας, τεκμήριο αθωότητας, δίκαιη δίκη κλπ.), και
- τα δρακόντεια μέτρα προστασίας που λήφθηκαν για την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2012, όπου ο στρατός θα βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα επέμβασης μόνο και μόνο βάσει ενός εντελώς υποθετικού ενδεχόμενου επανάληψης επεισοδίων, σαν αυτά του περασμένου έτους. Έτσι, καθώς τα ακριβά στολίδια της «δημοκρατικής Ευρώπης» που «σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα» δεν αποσπούν πια την προσοχή του κοινού το οποίο αριστεύει στην αναπαραγωγή μεσαιωνικού τύπου αντιλήψεων, σπάει η βιτρίνα της πολιτικής ορθότητας και αποκαλύπτεται η πνευματική μας γύμνια, ενώ παράλληλα διασφαλίζει την κυριαρχία της μια αυταρχική ολιγαρχία που καρτερούσε απλά τις συνθήκες εκείνες που θα την έφερναν στο φως.
Η δικτατορία του κυνισμού, και η
παντοκρατορία της εθελοδουλίας και της ηλιθιότητας, είναι, πλέον,
αναμφισβήτητο γεγονός, καθώς χιλιάδες πιστοί δούλοι της τήν στηρίζουν με
κάθε μέσο αντί να την πολεμούν και μάλιστα την στηρίζουν ενώ οι
αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν στην Ευρώπη της εξαθλίωσης
φυσιολογικά θα ήταν ένας λόγος, ένα ισχυρό κίνητρο να την αντιπαλέψουν.
Ζώντας, λοιπόν, στην εποχή της ασημαντότητας, παρατηρούμε για πρώτη φορά
μετά από αρκετές δεκαετίες, τα μέλη μιας κοινωνίας να επιδοκιμάζουν την
κρατική καταστολή (με κάθε μέσο), να ονειρεύονται το κλείσιμο των
συνόρων και να ζητούν μαζικές απελάσεις, ενώ η στάση μιας μεγάλης
μερίδας του πληθυσμού των χωρών της Βόρειας Ευρώπης απέναντι στους λαούς
του Νότου φανερώνει ξεκάθαρα την πολιτισμική πλευρά της κρίσης (η
οποία, όπως έχουμε πολλές φορές τονίσει, δεν είναι μόνο οικονομική),
όπου η επιφανειακότητα, η έλλειψη αλληλεγγύης και ο ακραίος ατομικισμός
κυριαρχούν σε κάθε επίπεδο με τον οικονομικό ανταγωνισμό να έχει
εξαλείψει κάθε ίχνος ανθρωπιάς μετατρέποντας τους πολίτες σε πωλητές
(και αγοραστές), εθισμένους στην κατανάλωση σκουπιδοπροϊόντων ή
μετατρέποντάς τους σε σκουπιδοφάγους εμπορευματοποιημένων επιθυμιών.
Είτε φορώντας τη γραβάτα του πολιτικού προσωπικού, είτε κρατώντας το
μαχαίρι του Νεοναζί μισθοφόρου της, είτε με το φόβο για οποιαδήποτε
αλλαγή πορείας στον «ασφαλή» δρόμο προς την εξαθλίωση, εμείς οι ίδιοι οι
πολίτες στήνουμε αόρατα τείχη, εντός των οποίων εγκλωβιζόμαστε, δίχως
να μπορούμε (είτε μάλλον, χωρίς καν να επιθυμούμε) να έρθουμε πιο κοντά
με τον συνάνθρωπο μας.
Η καθημερινότητα μας έχει γεμίσει με τις
άναρθρες κραυγές των πιστών υπηκόων είτε του ακραίου κέντρου, είτε της
Σταλινογενούς αριστεράς, είτε της άκρας δεξιάς, οι οποίοι λειτουργώντας
χάριν του οπισθοδρομισμού και της συντήρησης, και στοχεύοντας στα πιο
φοβικά ανθρώπινα συναισθήματα, παρασύρουν μεγάλο μέρος της ελληνικής
κοινωνίας στην τακτική του σαλιγκαριού. Την υποχώρηση δηλαδή στο
εσωτερικό του κελύφους, σφραγίζοντας την είσοδο του με τις ιδεοληψίες
του εθνικισμού, του ρατσισμού, ακόμη και του φασισμού. Έτσι, μεγάλο
μέρος της μπλογκόσφαιρας κατέληξε να ασχολείται με μη ζητήματα, όπως την
«κατάργηση των φωνηέντων» που αναπαρήγαγε σύσσωμος ο
ακροδεξιός-εθνικιστικός διαδικτυακός χώρος, αποκαλύπτοντας την
υποκριτική «περηφάνια» του για τη γλώσσα, της οποίας έγινε ξεκάθαρο πια
στον καθένα πως δεν γνωρίζει καν τα βασικά της χαρακτηριστικά.
Παρομοίως, το πολιτικό προσωπικό της κυβέρνησης, σε συνεργασία φυσικά με
τα ΜΜΕ, αναδεικνύει ήδη από τις πρώτες μέρες της θητείας του ζητήματα
που είναι πολύ πιθανό να συναντήσουν την αντίσταση του ελληνικού λαού,
όπως η ιδιωτικοποίηση κάθε άξονα της οικονομίας, η συνέχιση όλων αυτών
των πολιτικών που οδηγούν στην εξαθλίωση, η πιθανή έξοδος της χώρας από
τη ζώνη του ευρώ (όχι με δημοκρατικούς όρους, αλλά υπό την καθοδήγηση
των αγορών) καθώς και η άμεση καταστολή κάθε εγχειρήματος αντίστασης
(μέσω της καταστρατήγησης του δικαιώματος στην απεργία και την
πολύπλευρη ενίσχυση του υπαρκτού φασιστικού παρακράτους).
2. Σκάσε και δούλευε, δούλε άνεργε!
Πιστή στο δόγμα του Νεοφιλελευθερισμού η
κυβέρνηση Σαμαρά επικαλείται το «ιερό δικαίωμα στην εργασία»
δικαιολογώντας, έτσι, την επέμβαση των ΜΑΤ στη Χαλυβουργία με σκοπό να
σπάσει η απεργία. Την ίδια στιγμή, βέβαια, στην Ελλάδα αυτό το «ιερό»
δικαίωμα το στερούνται περίπου 1,5 εκατομμύρια πολίτες, αδυνατώντας να
εξασφαλίσουν την επιβίωση των ίδιων και των οικογενειών τους. «Το
δικαίωμα στην εργασία είναι ιερό και πρέπει η κυβέρνηση να το
υπερασπιστεί με κάθε τρόπο» δήλωσε ο πρωθυπουργός, ενώ, λίγο αργότερα,
το ΠΑ.ΣΟ.Κ εξέδωσε την εξής ανακοίνωση: «Το δικαίωμα στην εργασία και ο
παραγωγικός ιστός της χώρας πρέπει να προστατευτούν και πρέπει όλες οι
πολιτικές δυνάμεις, με τη συμπεριφορά τους, να βοηθήσουν τη μεγάλη
προσπάθεια ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας». Αλήθεια, πόση
ειρωνεία και πόσο κρετινισμό χρειάζεται να διαθέτει κανείς για ν’
αποκαλέσει τον εκβιασμό και την εκπόρνευση της επιβίωσης έναντι παροχής
υπηρεσιών ως «δικαίωμα»;
Ακολουθώντας τις πιο ακραίες Νεοφιλελεύθερες αξίες (όπως η ηθική της εργασίας, για την οποία είχαμε στο παρελθόν μιλήσει, αποκαλώντας την ως θεσμισμένη δουλία)
επιχειρείται να επιβληθεί στην κοινωνία το δόγμα του «ρεαλισμού», του
«δούλευε και μην ερεύνα», με βάση το οποίο οι κοινωνικοί αγώνες δεν
έχουν καμία σημασία, μιας και για τους περισσότερους «πραγματιστές» –
που, στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια κάστα ντετερμινιστών
δαρβινιστών «διανοούμενων» – η κοινωνία αλλάζει αργά και με σταθερό
ρυθμό, κι έτσι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις «συλλογικές ουτοπίες» και
να ενδιαφερόμαστε μονάχα για τον εαυτό μας. Πρόκειται για τον
«πραγματισμό» της εθελοδουλίας και του καναπέ, το δόγμα της σχολής του
Σικάγο, που προβλέπει πως κανένα αγαθό και καμιά υπηρεσία δεν θα πρέπει
να προσφέρεται δωρεάν. Απεναντίας το κάθε τί (το κάθε αυτονόητο, επί της
ουσίας) θα πρέπει να κερδίζεται με κόπο και σκληρή εργασία. Όποιος,
όμως, αμφισβητεί αυτήν την «θεωρία», βαφτίζεται ως ουτοπιστής,
χαραμοφάης και «κουκουλοφόρος». Ζούμε, πλέον, την χούντα της εποχής μας
(όπως λέει και το γνωστό αναρχικό σύνθημα), με βάση την οποία, το να
ζητά κανείς δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη ονομάζεται τεμπελιά και
αλαζονεία. Αντιθέτως, η αβασάνιστη και αναντίρρητη αποδοχή όλων των
Νεοφιλελεύθερων αξιών, η συμφιλίωση με την εξαθλίωση και η μετατροπή
ολόκληρων κοινωνιών σε ατομικιστικά κελιά απομόνωσης ονομάζεται
«ρεαλισμός». Σε αυτήν την νέου τύπου θρησκεία, εμείς απαντάμε ως εξής:
ρεαλιστές είμαστε εμείς που διεκδικούμε το «αδύνατο», δηλαδή, το
αυτονόητο! Δεν θα πενθούμε για τα όνειρά μας. Θα τα κάνουμε
πραγματικότητα, σχεδιάζοντάς τα.
3. Ενάντια στους λαϊκιστές!
Ενδεικτική της πνευματικής ένδειας και
της ελλειμματικής πολιτικής σκέψης που προβάλλουν κυρίαρχες στην
κεντρική πολιτική σκηνή, είναι ο λόγος και τα επιχειρήματα που
χρησιμοποιούν οι έχοντες χρέη εκπροσώπου της κυβέρνησης σε δημόσιες
τοποθετήσεις τους, είτε οι διάφοροι αριστεροί και ακροδεξιοί δημαγωγοί
(όπως το κόμμα του Π.Καμμένου, η Χρυσή Αυγή, η Σπίθα, το Κ.Κ.Ε και μέρος
του ΣΥ.ΡΙΖ.Α) που προωθούν και προβάλουν τον συντηρητισμό τους ως μια
«απάντηση στο αδιέξοδο του Νεοφιλελευθερισμού». Επαγγελματίες
πολιτικάντηδες, συχνά φαιδροί αλλά όχι και ακίνδυνοι απαραίτητα, όπως ο
Βύρων Πολύδωρας, φροντίζουν να θρέφουν την ανόητη συνωμοσιολογία στη
δημόσια συζήτηση λέγοντας σχετικά με το μη ζήτημα της αφαίρεσης
φωνηέντων από την ελληνική γλώσσα πως «Δεν είναι λάθος ή αμέλεια. Είναι
προμελέτη. Μας λέγουν με πρωτοφανή οίηση: “Πώς τολμάτε, εσείς οι μη
λέκτορες, οι μη ειδικοί, οι μη γλωσσολόγοι, οι αγράμματοι, μ’ ένα λόγο
να αντιστέκεσθε;”. Επομένως, Πόλεμος, Γρηγορείτε Συνέλληνες!». Ήταν ο
ίδιος όταν, σαν υπουργός Δημόσιας Τάξης, μιλούσε για «ασύμμετρες
απειλές» που αντιμετώπιζε η χώρα και ανακάλυπτε αόρατους εχθρούς, τότε
που κάηκαν 268.834 εκτάρια γης σε ολόκληρη την Ελλάδα, 63 άνθρωποι
έχασαν τη ζωή τους, 6.000 έμειναν άστεγοι και 60.000 μη ανθρώπινα ζώα
απανθρακώθηκαν. Αυτός που (σαν υπουργός) δεν απολογήθηκε ποτέ για την
τεράστια αυτή καταστροφή, καλεί σε εγρήγορση τους «συνέλληνες» με
αφορμή…την (ορθή) αναφορά ενός σχολικού βιβλίου σε φθόγγους.
Άλλος μπροστάρης της κυβερνητικής
πολιτικής, μόνιμος θιασώτης δελτίων ειδήσεων, πρωϊνών εκπομπών και
Lifefstyle φυλλάδων, ο Άδωνις Γεωργιάδης – ο χαμελαίων της άκρας δεξιάς,
ο ομοφοβικός τηλενομάρχης της Θεσσαλονίκης Π.Ψωμιάδης (και πρώην
ερμηνευτής λούμπεν επιτυχιών της πίστας) που μαζί του συσπειρώνεται
ολόκληρος ο Χριστιανικός όχλος της Βόρειας Ελλάδας, συνθέτουν το κλίμα
μιας εξουσίας «ρεαλιστών» που… αντιμάχεται την «πολιτική της
ανευθυνότητας και του λαϊκισμού»! Μάλιστα, o πρώτος απ’ αυτούς, είναι ο
Δανδής… των σκυλοκοσμικών φυλλάδων και ταυτόχρονα ο αποφασισμένος και
άτεγκτος εφαρμοστής… του Δικαίου (των αφεντικών), ο οποίος προφανώς έχει
αναλάβει τον ρόλο του οργανωτή των κατασταλτικών μηχανισμών απέναντι
στις απεργίες, υποστηρίζοντας κυνικά τους απεργοσπάστες της
Χαλυβουργικής και την εργοδοσία, αλλά και την βίαια επίθεση των ΜΑΤ
στους απεργούς χαλυβουργούς. Φαίνεται πως οι μεταγραφές αυτές από το
ΛΑ.Ο.Σ. δεν έγιναν τυχαία, καθώς είναι αυτή η δηλωμένη ακροδεξιά πτέρυγα
της Ν.Δ. (Γεωργιάδης, Βορίδης) που σήμερα έχει αναλάβει την εκπροσώπηση
των εργοδοτών στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Καλύτερος όμως λαγός της συγκυβέρνησης
(ανάλογος με αυτόν του δρομέα μεγάλων αποστάσεων), αποτελεί η Χρυσή
Αυγή. Έχοντας καταδικάσει την απεργία των Χαλυβουργών ήδη από το 2011,
με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που σήμερα το κάνουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ και η
Νέα Δημοκρατία, έχοντας υπερασπιστεί με σθένος, χέρι-χέρι με τη Ν.Δ., τα
ειδικά μισθολόγια των πιστών ψηφοφόρων και συνεργατών της (αστυνομικών
και καραβανάδων), έχοντας αποπροσανατολίσει μέρος της κοινωνίας σχετικά
με τα αίτια της κρίσης (φταίνε οι…μετανάστες και το… γυμναστήριο της
Βουλής), αρκεί για την συγκυβέρνηση να οξύνει τις απάνθρωπες συνθήκες
μεταχείρισης όσων συλλαμβάνονται χωρίς χαρτιά, να καταστείλει με βία
εργατικές κινητοποιήσεις, να καταστρατηγήσει κάθε δημοκρατικό δικαίωμα,
ώστε να ικανοποιήσει τον αντικοινωνικό και ρατσιστικό όχλο που συνθέτουν
οι ψηφοφόροι των λαγών του συστήματος. Μάλιστα, δεν περιορίζεται στην
διαμαρτυρία, αλλά κάνει και προτάσεις…Όπως η αύξηση της στρατιωτικής
θητείας στους 14 μήνες και η επέκταση της και για τις γυναίκες, στα 18
έτη. Πρόταση που υιοθετήθηκε στο παρελθόν ώστε να μειωθεί πλασματικά η
ανεργία, από την μητέρα του Νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη, την
Μάργκαρετ Θάτσερ, αλλά και από τον ιδεολογικό πατέρα του Μιχαλολιάκου,
τον Αδόλφο Χίτλερ.
4. Η ειρήνη μας τελείωσε…
Πολλοί
ίσως να μην είχαν στο μυαλό τους μέχρι το 2008 πως ο καπιταλισμός τύπου
καζίνο, θα είχε μία τόσο θεαματική εξέλιξη προς ένα γενικευμένο
αδιέξοδο. Πως οι αντιφάσεις του θα έπαιρναν την μορφή ακροτήτων ακόμα
και μέσα στις καπιταλιστικές μητροπόλεις και πως η “κοινωνία των 2/3″
που ονειρεύονταν οι παλιού τύπου καπιταλιστές ή κάποιοι
σοσιαλδημοκράτες, θα μεταμορφωνόταν στην κοινωνία του 1/100, σε ένα
τεράστιο Κολοσσαίο που ο καθένας περιμένει αρχικά με αγωνία και στο
τέλος μοιρολατρικά, την στιγμή που θα βγει στην αρένα για να φαγωθεί ή
να μονομαχήσει με κάποιον άλλο.
Η πραγματικότητα όμως διαψεύδει όλες
αυτές τις ελπίδες, είναι μπροστά στα μάτια μας και είναι τόσο
εκτυφλωτικά βίαιη, βάρβαρη και παράλογη που σύντομα, όλοι θα την
αντιλαμβάνονται και με τα βλέφαρα κλειστά. Αντί ν’ αυνανιζόμαστε με
φρούδες ελπίδες ή να αναλωνόμαστε σε προσπάθειες θεραπείες ενός νεκρού
που ήδη αποσυντίθεται, ίσως να είναι σοφότερο να συνειδητοποιήσουμε που
βρισκόμαστε και να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας μέσα στις αντικειμενικές
συνθήκες, με ψυχραιμία αλλά και με θάρρος. Ας συγκρίνουμε την δική μας
πραγματικότητα με αυτήν που περιέγραψε κάποτε ο Ε. Μαλατέστα κι ας
αναλογιστούμε σε ποια θέση βρισκόμαστε και πώς θα πρέπει να πορευτούμε
αν θέλουμε να βγούμε από αυτήν.
«Οι αναρχικοί είναι ενάντια στη βία. Αυτό είναι γνωστό. Η κεντρική ιδέα του αναρχισμού είναι η εξαφάνιση της βίας από την κοινωνική ζωή, η οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων στη βάση της ελεύθερης θέλησης των ανθρώπων χωρίς την παρέμβαση του χωροφύλακα. Γι’ αυτό είμαστε εχθροί του καπιταλισμού που -βασιζόμενος στην προστασία των χωροφυλάκων- εξαναγκάζει τους εργαζόμενους να γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από τους κατόχους των μέσων παραγωγής ή ακόμα και να φυγοπονούν και να πεθαίνουν της πείνας όταν τα αφεντικά έχουν συμφέρον να τους εκμεταλλεύονται. Γι’ αυτό είμαστε εχθροί του Κράτους που είναι η καταναγκαστική, δηλαδή η βίαιη, οργάνωση της κοινωνίας. Όταν όμως ένας ευγενικός άνθρωπος λέει ότι πιστεύει πως είναι ηλίθιο και βάρβαρο κάποιος να σκέφτεται υπό τα κτυπήματα ενός μπαστουνιού, πως είναι άδικο και μοχθηρό να αναγκάζεται κάποιος να πράττει τη θέληση κάποιου άλλου υπό την απειλή ενός ρεβόλβερ, είναι άραγε λογικό να συμπεράνουμε ότι αυτός ο ευγενικός άνθρωπος σκοπεύει να δεχτεί τα χτυπήματα του μπαστουνιού και να υποταχτεί στη θέληση κάποιου άλλου χωρίς να καταφύγει στα πιο ακραία μέσα άμυνας; Η βία δικαιολογείται μόνο όταν είναι απαραίτητη για την άμυνα τη δική μας και των άλλων απέναντι στη βία. Εκεί που τελειώνει η αναγκαιότητα αρχίζει το έγκλημα… Ο σκλάβος βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση νόμιμης άμυνας και επομένως η βία του ενάντια στον αφέντη, ενάντια στον καταπιεστή, είναι πάντοτε ηθικά δικαιολογημένη και πρέπει να καθορίζεται μόνο από το κριτήριο της χρησιμότητας και της εξοικονόμησης της ανθρώπινης προσπάθειας και των ανθρώπινων δεινών» [1]
[1]Errico Malatesta, Umanità Nova, 25 Αυγούστου 1921
πηγή: Eagainst.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου