Οι κινητοποιήσεις και οι πορείες
διαμαρτυρίας, στα πλαίσια της γενικής απεργίας της 26ης Σεπτεμβρίου
είναι πια παρελθόν. Για μια ακόμη φορά, εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών σε
όλη τη χώρα, αψήφησαν την πολύπλευρη τρομοκρατία του καθεστώτος,
επιλέγοντας το δρόμο της άρνησης στην εξαθλίωση, με αποτέλεσμα να
βιώσουν για ακόμη μια φορά την στυγνή κρατική καταστολή. Κοντολογίς, τα
χθεσινά γεγονότα, αποτελούν μια ακόμη επανάληψη των όλων όσων
συμβαίνουν στις απεργίες και πορείες διαμαρτυρίας που κατά καιρούς,
απεργίες που οργανώνουν τα μεγάλα συνδικάτα της χώρας. Εμείς, έχοντας
αποκομίσει μια συνολική εικόνα των όσων συνέβησαν το τελευταίο χρονικό
διάστημα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη,
θα προσπαθήσουμε και πάλι να δούμε με μια πιο κριτική ματιά όλα αυτά που
διαδραματίζονται γύρω μας, με γνώμονα τον επιθυμητό κοινωνικό
μετασχηματισμό, προς μια κατεύθυνση εγκαθίδρυσης αμεσοδημοκρατικών
κοινωνικών δομών, ικανών να προωθήσουν την πολιτική, οικονομική και
κοινωνική ισότητα.
Τα Μέσα Ενημέρωσης στο βρώμικο παιχνίδι της εξουσίας και η υπεράσπιση του σάπιου πολιτισμού
Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης,
κατατρομαγμένα προσπάθησαν να καλύψουν την κοινωνική οργή πίσω από τα
στερεότυπα και κονσερβαρισμένα ψέματά τους, κάνοντας και πάλι λόγο για
τους ανεύθυνους, τεμπέληδες και κρατικοδίαιτους Έλληνες πολίτες. Γι’
αυτούς, κάθε πολιτική δράση, όπως απεργίες, πορείες, καταλήψεις,
συνελεύσεις, κλεισίματα δρόμων, άρνηση πληρωμών και ό,τι άλλο έρχεται σε
σύγκρουση με τις αξίες της δικτατορίας του οικονομισμού και της
Προτεσταντικής ηθικής, του πολιτισμού της κατανάλωσης και διανοητικής
παρακμής, αποτελεί ειδεχθές έγκλημα. Αποκορύφωμα αυτού του
«ενημερωτικού» οχετού, αποτέλεσε δημοσίευμα του BBC
και των Γερμανικών φυλλάδων που δίχως κανέναν απολύτως συναισθηματισμό,
δίχως καμία εξαίρεση, παρουσίασαν τις χθεσινές συγκρούσεις ως
αποτέλεσμα της δράσης κάποιων ανεγκέφαλων χούλιγκανς, μεταδίδοντας
ταυτόχρονα – προκειμένου να στηρίξουν την προκατασκευασμένη μιντιακή
πραγματικότητά τους – απόψεις ατόμων που υιοθετούν ανοιχτά το
Νεοφιλελεύθερο Δόγμα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία), ή τις
βασικές θέσεις της ακίνδυνης (για το σύστημα) σοσιαλδημοκρατίας,
θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να περάσουν το μήνυμα πως για μια ακόμη φορά
ο Ελληνικός λαός που δεν εργάζεται όσο σκληρά θα έπρεπε, αναδεικνύει
την ανευθυνότητά του, το θράσος και την αχαριστία του στους
«δουλευταράδες» του Βορρά. Το γεγονός αυτό, δεν φανερώνει μονάχα την
στυγνότητα των ολιγαρχιών, που θα έφταναν ακόμα και στο σημείο να
λοιδορήσουν έναν ολόκληρο λαό, αλλά και την απο-πολιτικοποίηση στην
οποία έχουν περιπέσει οι Δυτικές κοινωνίες, την θυσία του κοινωνικού
στοχασμού στο βωμό της θεσούλας, της αδράνειας και του lifestyle της
απάθειας στο οποίο έχουν βυθιστεί και εθιστεί, επιτρέποντας, έτσι,
έννοιες όπως η δημοκρατία και η ισότητα να χάσουν πέρα για πέρα την
ζωτική τους χροιά, την ίδια στιγμή που το ναρκωμένο πλήθος βαφτίζει την
δουλεία υποχρέωση και τον αγώνα για ελευθερία ως έγκλημα. Είχε άραγε
δίκιο ο Μέτερνιχ, όταν σχεδόν δύο αιώνες πριν, είχε δηλώσει πως οι
Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν ελευθερία αλλά κοινωνική ειρήνη; Πόσο επίκαιρο
φαντάζει αυτό το ρητό για εμάς σήμερα;
Όμως, και τα εγχώρια ΜΜΕ δεν έχουν και
πολλά να ζηλέψουν απ’ αυτά του εξωτερικού. Πιστά, και αυτά, στο δόγμα
της πολιτισμικής μιζέριας, της δικτατορίας του κυνισμού και της
χυδαιότητας, βάφτισαν τα χθεσινά γεγονότα κάτι σαν «θλιβερό έθιμο», με
βάση το οποίο η Αστυνομία οφείλει να μετέλθει κάθε μέσο προκειμένου οι
πολίτες να σταματήσουν να διαδηλώνουν, και να φυλακιστούν ολοσχερώς στην
ατομική τους σφαίρα, περιμένοντας τη στιγμή που τα μέτρα λιτότητας και
οι «θυσίες» θ’ αρχίσουν ν΄ αποδίδουν – αν υποθέσουμε ότι θα μπορούσε
ποτέ ένα αποτυχημένο φάρμακο να σώσει από τον βέβαιο θάνατο έναν κλινικά
νεκρό ασθενή. Γι’ αυτά η πραγματικότητα θυμίζει το αρνητικό ενός φιλμ,
εντελώς αντεστραμμένη, πράγμα που σε συνδυασμό με τα όσα
διαδραματίστηκαν στην Μαδρίτη, και άλλες πόλεις στην Ισπανία, την 25η
Σεπτεμβρίου, (κινητοποιήσεις οι οποίες, τη στιγμή που γράφεται το άρθρο
αυτό, συνεχίζονται με ένταση) φανερώνει ότι πάνω από τις χώρες της
Νότιας Ευρώπης πλανάται ένα φάντασμα: το φάντασμα της κοινωνικής
αλλαγής.
Όσο, όμως, η πραγματικότητα ωθεί όλο και
περισσότερους ανθρώπους στην απελπισία, την ανέχεια και την εξαθλίωση,
τόσο περισσότερο οι σκέψεις για γενικευμένο ξεσηκωμό, για μια ριζική
κοινωνική επανάσταση μεταμορφώνεται από απλή ευχή μιας μειοψηφίας σε
αναγκαίο μέσο επιβίωσης για τους πολλούς. Όσο, λοιπόν, και αν προσπαθούν
οι τυποποιημένες αναλύσεις των ΜΜΕ και των φιλελεύθερων σαλτιμπάγκων
και του κάθε οικονομολόγου-αυθεντίας, να μας πείσουν πως δεν υπάρχει
άλλος δρόμος πέρα από τον συμβιβασμό με τον άθλιο αυτόν πολιτισμό της
εθελοδουλίας, του κιτς και της ασημαντότητας, τόσο η εμπιστοσύνη του
κόσμου απέναντί τους θα γκρεμίζεται, καθώς, όπως φαίνεται, τα διάφορα
social media και οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, προσφέρουν μια τελείως
διαφορετική οπτική γωνία στην ενημέρωση του πολίτη. Πέρα από τις
υπερβολές και τον ανορθολογισμό που επικρατεί στο διαδίκτυο, όπου ακόμα
και το κάθε ψέμα γίνεται πιστευτό όταν επαναληφθεί για πολλές φορές,
(πράγμα που πίστευε και ο Γκέμπελς), βλέπουμε πως, όλο και περισσότεροι
χρήστες του internet, καταφεύγουν στις διάφορες κινηματικές σελίδες του
Facebook, (με αποκορύφωμα τη σελίδα του Occupy Wall Street που έχει ξεπεράσει τις 430.000.000 εγγραφές),
προκειμένου να έρθουν σ’ επαφή με την «άλλη» πραγματικότητα, αυτήν που
τα συμβατικά ΜΜΕ αποκρύπτουν για δικούς τους λόγους. Το αν η λογική θα
υπερισχύσει της συνωμοσιολογικής μανίας, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα που
σαφέστατα και θα πρέπει να μας απασχολεί, δεδομένου ότι η οργή και η
απόγνωση μπορεί να μετατραπεί σε έναν πολύ κακό σύμβουλο, όταν δεν
συνοδεύεται από την λογική, και παραμένει, απλά, μια συναισθηματική
παρόρμηση. [1]
Κρατική βία και καταστολή.
Επιστρέφοντας στα δικά μας, το
αξιοσημείωτο από τη χθεσινή γενική απεργία δεν είναι τόσο η κρατική βία,
η μιντιακή υπερπραγματικότητα ή η κατά παραγγελία επιστημονικοφανής
υπεράσπιση των αντικοινωνικών και παρανοϊκών, από κάθε άποψη,
νεοφιλελεύθερων πολιτικών – πρακτικές που πολύ σύντομα θα αποτελέσουν
την καθημερινότητα και των Ισπανών που βρίσκονται στην αρχή του ίδιου
θλιβερού δρόμου που περπατήσαμε εμείς από τον Μάιο του 2010 – αλλά το
ότι, για ακόμα μια φορά η αντίδραση της κοινωνίας ήταν λιγότερο δυναμική
και χειρότερα οργανωμένη και στοχευμένη απ’ ό,τι επιτάσσουν οι
πραγματικές συνθήκες. Υπάρχει δηλαδή μια αναντιστοιχία μεταξύ όσων έχουν
πλέον συνειδητοποιήσει την ανάγκη για ένα ριζικό κοινωνικό
μετασχηματισμό (ποσοστό που αυξάνεται όχι πια με γεωμετρική πρόοδο αλλά
αλγοριθμικά) και των μέσων, των μεθόδων που υιοθετούνται προς επίτευξη
αυτού του σκοπού.
Αν δεχτούμε την αμέσως παραπάνω
παρατήρηση ως ορθή, δεν απομένει παρά να αναζητήσουμε τους βασικότερους
λόγους που θα εξηγήσουν αυτή την αναντιστοιχία, με αυτονόητο ζητούμενο
την εξεύρεση τρόπων, μεθόδων και μέσων που θα βοηθήσουν στην
πραγματοποίηση του διαρκώς αποσαφηνιζόμενου και προσδιοριζόμενου στόχου
(δηλαδή του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού ή, καλύτερα, της
πυροδότησης της διαδικασίας της διαρκούς κοινωνικής επανάστασης). Γιατί
καμία 24ωρη (ή ακόμα και 48ωρη) γενική απεργία δεν έχει την αναμενόμενη
συμμετοχή; Για ποιούς λόγους η συμμετοχή του κόσμου στις αντίστοιχες
διαδηλώσεις, βαίνει μειούμενη; Ή διαφορετικά: γιατί ακόμα και οι πιο
επιτυχημένες απεργίες και διαδηλώσεις (από άποψη συμμετοχής) δεν έχουν
κανένα απολύτως αποτέλεσμα; Και τί θα μπορούσε να γίνει, τί πρέπει να
κάνουμε, προκειμένου να μην δούμε πάλι το ίδιο έργο και την επόμενη
φορά; Πιστεύοντας πως αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να
συζητηθούν, θα επιχειρηθεί, μια επανοηματοτοδότηση των εννοιών της
απεργίας, της κοινωνικής διαμαρτυρίας και του σκοπού που πρέπει αυτές να
επιδιώκουν.
Τα δεδομένα λοιπόν είναι τα εξής:
Μετά την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, και
επιτυχημένες απεργίες έγιναν και μαζικότατες διαδηλώσεις. Όλες
ανεξαιρέτως, είχαν την ίδια τύχη: βίαιη καταστολή, τις περισσότερες
φορές με ακρότητες που εκφεύγουν τα όρια της νομιμότητας ακόμα και της
αστυνομικής βίας (σημ.: η νομιμότητα για την οποία μιλάμε εδώ δεν
είναι κάποιο κοινώς αποδεκτό όριο μια υπερβατική νομική κανονικότητα που
εμείς αποδεχόμαστε ως τέτοια – μιλάμε απλώς για τα όρια εντός των
οποίων επιτρέπεται να κινηθούν οι κρατικοί μηχανισμοί σύμφωνα με τους
νόμους που το ίδιο το Κράτος, δηλαδή οι ολιγαρχίες, έχουν θεσπίσει
κυριαρχικά, οι οποίοι παραβιάζονται απροσχημάτιστα από τους κύκλους που
την επικαλούνται διαρκώς). Μάλιστα, δεν έχει γίνει καθολική
πεποίθηση στην κοινωνία ότι ΕΛ.ΑΣ. και ακροδεξιές οργανώσεις, όπως η
νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτό σημαίνει,
εκτός από τα προφανή (π.χ.: σε ποιά χώρα του κόσμου είδατε τους
πάνοπλους μπάτσους να πανηγυρίζουν σαν παίκτες ποδοσφαιρικής ομάδας μετά
την απρόκλητη επίθεσή τους κατά διαδηλωτών που συντεταγμένα και απόλυτα
ειρηνικά, φεύγουν – γεγονότα επί της Πανεπιστημίου της 26.09.2012), και
την λουμπενοποίηση, ή για να ειπωθεί απλούστερα, την σχεδόν επίσημη
μαφιοζοποίηση του Κράτους, την οριστική απαλοιφή των ορίων μεταξύ
Κράτους και Παρακράτους.
Το επόμενο βήμα;
Καμία απολύτως απεργία δεν κάλυψε το
σύνολο των εργαζομένων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων αδυνατεί να
απεργήσει αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο της απόλυσης σε μια χώρα που η
πραγματική ανεργία ξεπερνά πια το 25%. Συνεπώς υπάρχει σοβαρό πρόβλημα
και ως προς τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων των σχετικών με τις
απεργιακές κινητοποιήσεις και, κατ’ επέκταση, είναι προφανής ο
συνδικαλιστικός ξεπεσμός, ειδικά των τριτοβάθμιων σωματείων – την στιγμή
που ελάχιστα πρωτοβάθμια δραστηριοποιούνται και μάλιστα επιτυχώς.
Υπάρχει, όμως, και ένα βαθύτερο ζήτημα εδώ που πρέπει να συζητηθεί: αυτό
της έλλειψης πραγματικού προτάγματος. Κοντολογίς, μεγάλο μέρος του
πληθυσμού κινητοποιείται, είτε αποφασίζει να δράσει μαζικά, μόνο όταν
δει ότι θίγονται τα δικά του οικονομικά συμφέροντα, απαιτώντας,
ταυτόχρονα, είτε φορολογικές ελαφρύνσεις, είτε αυξήσεις, είτε
περισσότερα επιδόματα. Αναμφισβήτητα, όλα αυτά τα αιτήματα είναι δίκαια,
ιδιαίτερα σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου δικαιώματα που κερδήθηκαν
με αγώνες και αίμα χιλιάδων ανθρώπων (οχτάωρο, δωρεάν παιδεία, υγεία,
στέγαση). Όμως, κρίνουμε εξαιρετικά σημαντικό την περαιτέρω διεκδίκηση,
αν όχι την δημιουργία αντιδομών που θ’ αντικαταστήσουν τους παλιούς
ιεραρχημένους κοινωνικούς θεσμούς, και θα προωθούν την ισονομία, την
άμεση δημοκρατία, τον κοινωνικό στοχασμό αλλά και τον συνολικό
επανακαθορισμό των αναγκών, σε κάθε στιγμή. Μέσα σε μια τέτοια προοπτική
θα μπορούσαν να βρεθούν, αν όχι λύσεις, τουλάχιστον σημαντικές
απαντήσεις στην ανθρωπολογική κρίση των καιρών, που μαστίζει τις
σύγχρονες κοινωνίες. Θα μπορούσε, έτσι, να καταστεί δυνατή η λειτουργία
αυτόνομων κοινωνικών θεσμών, μέσω της δημιουργίας μιας πραγματικά
δημόσιας ή πολιτικής σφαίρας, που θα επιδιώκουν την ατομική και
συλλογική απελευθέρωση, ως εκ τούτου, τη διαμόρφωση ενός νέου
ανθρωπολογικού τύπου, πιο υπεύθυνου, σκεπτόμενου και πραγματικά
ελεύθερου. Κοινώς, κρίνεται απαραίτητη η υιοθέτηση πολιτικού
προτάγματος, πέρα από την δικαίωση των οικονομικών αιτημάτων. Κάτι
τέτοιο, φυσικά, δεν μπορεί να ξεπηδήσει μέσα από μια μονοήμερη (ή έστω
και διήμερη) απεργία ή στάση εργασίας, παρά μόνο μέσα από μια διαρκής
και συνεχιζόμενη πάλη ενάντια στο παλιό καθεστώς, με σκοπό να ριζώσει
στη συνείδηση των πολιτών η ιδέα και η επιθυμία για ρήξη με τις αξίες
που αυτό πρεσβεύει.
Ο ίδιος ο κόσμος που υποφέρει και
επιζητά «μια αλλαγή», δυσκολεύεται να κατανοήσει (υπό την πίεση και της
καθημερινά βιούμενης οικονομικής δυσπραγίας) ότι κάθε απεργία που δεν
είναι πολιτική αλλά και διαρκής, και που δεν κηρύχθηκε εξ αρχής ως
τέτοια και μάλιστα ως πολιτική, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και
μάλλον αποτελεί ευχάριστο δώρο στην εργοδοσία και τα κάθε είδους
αφεντικά (δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα). Κανείς και τίποτα δεν μπόρεσε να
οργανώσει, ούτε κατ’ ελάχιστον τις αμέτρητες στρατιές ανέργων, οι
οποίοι, από μόνοι τους θα επαρκούσαν, ώστε να παίξουν καταλυτικό ρόλο σε
κάθε κινητοποίηση (από δυναμικές διαδηλώσεις έως περιφρούρηση των
απεργιών όσων ακόμα εργάζονται, από απεργοσπάστες και κάθε είδους
απεργοσπαστικούς μηχανισμούς). Σίγουρα, δράσεις, όπως η αυτο-διαχείριση
του νοσοκομείου του Κιλκίς αποτελούν πηγές έμπνευσης για περαιτέρω
πολιτική δράση, μιας και θέτουν γερές βάσεις για την αντικατάσταση των
παλιών θεσμών παραγωγής και εργασίας με νέους, όμως κάτω από τις
υπάρχουσες συνθήκες, οι καταλήψεις εργοστασίων και επιχειρήσεων θα
μπορούσαν να καταστούν πιο γενικευμένες, αντί να περιμένουμε μεσσιανικά
κάποιον ηγέτη, κάποια αυθεντία, κάποιον πεφωτισμένο γνώστη που θα μας
οδηγήσει έξω από το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει.
Στο μεταξύ, η αυξανόμενη φτώχεια και η
αθλιότητα, αποτελεί ένα ολοένα και διογκούμενο εμπόδιο σε κάθε έμφυτη ή
οργανωμένη προσπάθεια για κοινωνική αλληλεγγύη. Όταν κάποιος δεν μπορεί
να εξασφαλίσει τα μέσα για να ικανοποιήσει ούτε τις βασικές του ανάγκες,
δύσκολα θα βοηθήσει τον επίσης εξαθλιωμένο (ίσως με άλλο τρόπο) γείτονά
του ή συνάδελφό του ή, ακόμα και τον στενό του συγγενή. Τι μπορεί να
γίνει λοιπόν; Πώς και ποιοί θα πείσουν τις εξαθλιωμένες (και απόλυτα
αιφνιδιασμένες) μάζες να οργανωθούν και να δράσουν, με την έννοια της
καθολικής κοινωνικής ανυπακοής, και μάλιστα σε βάσεις που να αποκλείουν
την παρείσφρηση φασιστοειδών ή βαθιά συντηρητικών στοιχείων; Φυσικά,
μέσα από ένα άρθρο, δεν μπορούν να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά.
Εξάλλου, δεν είμαστε ούτε εξουσιοδοτημένοι για κάτι τέτοιο. Θα λέγαμε,
όμως, πως, ούτε καν το επιθυμούμε, γιατί οποιαδήποτε έτοιμη απάντηση ή
θ’ αποτελούσε προσωπική γνώμη είτε πλάνη. Το θέμα είναι να συμφωνήσουμε
στην κρισιμότητα των παρατηρήσεων και στην ορθότητα των ερωτημάτων. Οι
απαντήσεις θα έρθουν μέσα από την τριβή στους κοινωνικούς αγώνες και υπό
την πίεση της ανάγκης. Δεν μπορούμε όμως παρά να υπενθυμίσουμε κάποια
πράγματα που είναι αυτονόητα (ακόμα κι αν, ως τέτοια, πολλοί τα
λησμονούν):
- Η κοινωνική επανάσταση κρίνεται επιτακτική. Η ίδια η πραγματικότητα είναι που την καθιστά ως την μόνη πιθανή διέξοδο από τον πλήρη ατομικό, κοινωνικό και πνευματικό αφανισμό.
- Η σύγκρουση με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων δεν είναι απαραίτητο και (δεν θέλουμε, άλλωστε) να μετέλθει με βίαια μέσα παρά μόνο στο βαθμό που αυτά θα χρησιμοποιηθούν ως αυτοάμυνα: είναι ανόητη αλλά και αναποτελεσματική η επίθεση σε πάνοπλους αστυνομικούς• είναι καταστροφική, επίσης η τάση λουμπενοποίησης που επικρατεί σε διάφορους παραδοσιακούς επαναστατικούς χώρους (σύγκρουση μόνο και μόνο για χάρη της σύγκρουσης). Και σε επικοινωνιακό επίπεδο, επίσης, αυτού του είδους η τακτική είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, μιας και φτάνει στα μάτια των τηλε-πολιτών, εντελώς διαστρεβλωμένη και φετιχοποιημένη. Είναι, όμως, απόλυτα επιθυμητή και κατορθώσιμη η υπεράσπιση με κάθε τρόπο μιας αυτόνομης δομής όπως μια κοινότητα εναλλακτικής/ανταλλακτικής οικονομίας, ή η υπεράσπιση μιας απεργίας είτε από τις δυνάμεις καταστολής του παλαιού καθεστώτος, είτε από γραφειοκράτες που θα προσπαθήσουν να «καπελώσουν» για προσωπικό (ή κομματικό) τους όφελος μια τέτοια δράση. Οι πρώτοι δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστούν απολύτως ειρηνικά. Οι δεύτεροι θα πρέπει ν’ απομακρυνθούν από το πολιτικό σώμα, με κάθε μέσο και κάθε τρόπο. Παράλληλα, και με σκοπό την επίτευξη των παραπάνω στόχων, η μεταμόρφωση αυτών των τηλε-πολιτών σε ενεργούς συμμάχους κρίνεται αναγκαία και ο τρόπος να το καταφέρουμε αυτό φαίνεται πως δεν μπορεί παρά ν’ αρχίσει σε τοπικό επίπεδο, σε χώρους δουλειάς, σε κάθε μικροκοινωνικό επίπεδο.
- Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να έχει αποτελέσματα αν δεν έχουμε την απαραίτητη οργανωτική δομή, η οποία οργανωτική δομή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να έχει ιεραρχικά χαρακτηριστικά, αλλά, αντίθετα, οφείλει να είναι οριζόντια.
- Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να επιτύχει αν δεν διασπάσει την οργανωμένη κρατική καταστολή, σε πάρα πολλά μέτωπα. Η σχεδόν πατροπαράδοτη σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής στα κέντρα των πόλεων, για παράδειγμα,
Για άλλη μια φορά, τελειώνοντας, θα
πούμε ότι η γενική πολιτική απεργία διαρκείας είναι ένα όπλο που, ίσως,
θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει μια μεγάλη νίκη. Μέχρι να μπορέσουμε να
οργανώσουμε επιτυχώς ένα τέτοιο εγχείρημα, μικρές νίκες στην
καθημερινότητά μας θα πρέπει να μάθουμε να κατακτούμε, νίκες που
προαπαιτούν πάντα ως ζητούμενο, όχι μόνο να ικανοποιήσουν μια δεδομένη
ανάγκη της στιγμής ή κάποιο επί μέρους αίτημα, αλλά ν’ αποτελέσουν,
συνειδητά, έναν παραπόταμο ικανό να βοηθήσει στο να ξεχειλίσει ο κύριος
ποταμός με όλη του την δύναμη, την αγριότητα και την ομορφιά του.
[1] Έχει πολλές φορές διαπιστωθεί ότι οι
πρωταρχικές ανθρώπινες αντιδράσεις κινητοποιούνται πρώτα με βάση τα
συναισθήματα και έπειτα την λογική, γεγονός που επιτρέπει την
αναμετάδοση ψευδών ειδήσεων που απλά ακούγονται όμορφα στ’ αυτιά του
απεγνωσμένου ανθρώπου. Έτσι, δεδομένου ότι βαδίζουμε στην εποχή όπου οι
μεγάλοι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί αρχίζουν να
περιορίζονται για χάρη της ανοιχτής διαδικτυακής ενημέρωσης, καλούμαστε
να μετασχηματίσουμε όλες αυτές τις τάσεις που ρέπουν προς τον ολέθριο
λαϊκισμό, καθώς μια μοναδική ευκαιρία ανοίγεται μπροστά μας: η
δημιουργία μιας κατά κάποιον τρόπο ψηφιακής πολιτικής
σφαίρας/κινηματικής πλατφόρμας, (η οποία, αναμφισβήτητα, με τίποτα δεν
μπορεί ν’ αντικαταστήσει την φυσική), όπου η πρόσβαση στην γνώση θα
μπορούσε να είναι θέμα μερικών δευτερολέπτων αναζήτησης.
πηγή: Eagainst
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου