Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει την έκπληξη, τον
φόβο, την τρομάρα και την οδύνη της αρκούδας που ξυπνά από τους ήχους
μπουλντόζας και βλέπει λίγο λίγο το δάσος της να χάνεται; Για να
τρέχει εκείνος πιο γρήγορα με το όχημά του και να καλύπτει τις
αποστάσεις από πόλη σε πόλη σε λιγότερο χρόνο, αφού ο χρόνος είναι χρήμα
κι αυτός απλά και μόνο ένα γρανάζι του; Δεν μπορεί να την νιώσει την
αρκούδα. Άντε να κάνει πως λυπάται, ως ευαίσθητο και πολιτισμένο
άτομο, άμα δει κάνα νεκρό από τροχαίο αρκουδάκι σε φωτογραφία στο
διαδίκτυο, να κάνει κάνα λάικ, να στείλει και καμιά δακρύβρεχτη λεζάντα
στους φίλους του κι ύστερα να το ξεχάσει μέχρι να ξαναδεί το επόμενο.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει έναν λύκο ή ένα αγριογούρουνο που βλέπουν τις μπουλντόζες να ξεριζώνουν το αρχέγονο δάσος μέσα στο οποίο γεννήθηκαν και ζουν, για να κάνουν εκσκαφές εξόρυξης χρυσού και για να φτιάξουν χώρους εναπόθεσης λυμμάτων κυανίου; Δεν μπορεί να τα νιώσει τα άγρια αυτά ζώα δυστυχώς, διότι είναι μεταλλαγμένος σαν ον, από άνθρωπος έγινε άτομο, γεννημένο μες στα μπετά, μεγαλωμένο μες στο πλαστό χρηματοοικονομικό σύστημα που υποκατέστησε τη ζωή, και εκπαιδευμένο με βάση τη θεωρία πως το χρήμα είναι η μόνη αξία και το κυνήγι αυτού η βασική ενασχόληση του ατόμου.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να μπει στη θέση ενός πουλιού που μεταναστεύει και σκοτώνεται μια μέρα από γιγάντιες βιομηχανικές ανεμογεννήτριες που μπήκανε ξαφνικά εμπόδια και παγίδες στο αιώνιο διάβα του; Δεν μπορεί δυστυχώς να μπει στη θέση του πουλιού. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να πατάει κουμπιά απερίσκεπτα καταναλώνοντας ενέργεια και πόρους επειδή δεν του μαθε κανένας πως κάθε του μικρή και μεγάλη καθημερινή πράξη έχει κάπου αλλού συνέπειες και μάλιστα οδυνηρές.
Πώς γίνεται ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει το μεγαλείο του ταπεινού σπόρου που φυτρώνει και αναπτύσσεται δίνοντας γεναιόδωρα καρπούς που θρέφουν ανθρώπους και άλλα ζωντανά; Δεν μπορεί δυστυχώς διότι έχει μάθει πως το φαγητό του το αγοράζει από τα σούπερ μάρκετ του σειρμού αλλά και τα πιο ψαγμένα, ανάλογα με την “κουλτούρα” του και το πόσο χρήμα βγάζει. Και πως οι δουλειές οι ταπεινές μα αρχέγονες, είναι ντροπή πλέον για την πάστα του, για την τάξη του και μάλλον για την ράτσα του, που δεν λερώνει τα χέρια της παρά μόνο την ψυχή της.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να εκτιμήσει την ομορφιά ενός τοπίου άδολα; Δεν μπορεί διότι το βλέπει ως οικόπεδο και σκέφτεται αμέσως πως θα θελε να φτιάξει ένα σπίτι εκεί. Για να πηγαίνει βέβαια είκοσι μέρες κάθε Αύγουστο μιας και μόνο Αυγούστους ζει.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει την αγωνία των υδρόβιων πλασμάτων αλλά και των φυτών που τους στερεί το νερό για να το συλλέξει μέχρι σταγόνας και να το οδηγήσει στο καζανάκι και στη βρύση του νεροχύτη του; Δεν μπορεί, διότι έχει μεγαλώσει με θεωρία ανθρωποκεντρική, αλαζονική και δεν έχει μάθει να σκέφτεται κανένα άλλο πλάσμα, απεναντίας λέει “πάνω απ’ όλα ο άνθρωπος”. Κι είναι τόσο αχόρταγος και ανόητος που δεν πάει ο νους του καθόλου ούτε στον κύκλο της βροχής, τον οποίον έμαθε ίσως στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, τις άδολες, γι’ αυτό σαν βλέπει το νερό των ποταμιών να τρέχει στη θάλασσα λέει πως πάει χαμένο.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει την οργή, τον πόνο, τον ξεριζωμό των ανθρώπων, ιθαγενών τους λέει, από τα μέρη τους όταν οι αποικιοκράτες επενδυτές τούς διώχνουν ακόμα και σηκωτούς όπως συμβαίνει λόγου χάρη στον Αμαζόνιο που πραδίνεται στην “ανάπτυξη”; Πώς μπορεί να νιώσει την οργή των ανθρώπων που ζουν στη φύση και στη γη την ελληνική, όταν οι αποικιοκράτες και οι ξεπουλημένοι πολιτικάντηδες τους οποίους στηρίζει το σύγχρονο άτομο-καταναλωτής, σχεδιάζουν ανάλγητα το μέλλον του κάθε τόπου δίχως να ρωτήσουν τους κατοίκους του και τον δίνουν βορά στην “ανάπτυξη” βιομηχανιών που θα εξυπηρετούν τους μαζεμένους εντός τσιμέντων καταναλωτές, για να έχουν μια ακόμα πιο βολική και άκοπη ζωή, που καμιά σχέση δεν έχει με τη Ζωή όπως αυτή ορίζεται απ' τη φύση βέβαια;
Πώς να νιώσει ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής την τέχνη της ζωής των ταπεινών ανθρώπων, τα “λόγια” των φυτών, των πουλιών και των ζώων; Την πίκρα και την οργή όσων ανθρώπων τα εκφράζουν με τον λόγο τους; Δεν μπορεί δυστυχώς. Γι αυτό τους αποκαλεί τρελούς, με χίλιες δυο εκφράσεις που έχει επινοήσει για να περιγράψει ό,τι δεν καταλαβαίνει ο ίδιος, ό,τι δεν ταιριάζει στην εγωκεντρική του κοσμοθεωρία, και να τους εντάξει στο κουτάκι της διαταραχής, για να ξανανιώσει ο ίδιος υγιής και λογικός, να νιώσει εν τάξει.
Όλα όμως αυτά τα διορθώνει η ύστατη ώρα. Που είναι για όλους μια έκπληξη. Για τους τρελούς και ταπεινούς γλυκιά, για τους λογικούς και τους βολεμένους, τα σύγχρονα άτομα-καταναλωτές, μια κακιά σκέψη κι ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά.
πηγή: Γιάννης Μακριδάκης
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει έναν λύκο ή ένα αγριογούρουνο που βλέπουν τις μπουλντόζες να ξεριζώνουν το αρχέγονο δάσος μέσα στο οποίο γεννήθηκαν και ζουν, για να κάνουν εκσκαφές εξόρυξης χρυσού και για να φτιάξουν χώρους εναπόθεσης λυμμάτων κυανίου; Δεν μπορεί να τα νιώσει τα άγρια αυτά ζώα δυστυχώς, διότι είναι μεταλλαγμένος σαν ον, από άνθρωπος έγινε άτομο, γεννημένο μες στα μπετά, μεγαλωμένο μες στο πλαστό χρηματοοικονομικό σύστημα που υποκατέστησε τη ζωή, και εκπαιδευμένο με βάση τη θεωρία πως το χρήμα είναι η μόνη αξία και το κυνήγι αυτού η βασική ενασχόληση του ατόμου.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να μπει στη θέση ενός πουλιού που μεταναστεύει και σκοτώνεται μια μέρα από γιγάντιες βιομηχανικές ανεμογεννήτριες που μπήκανε ξαφνικά εμπόδια και παγίδες στο αιώνιο διάβα του; Δεν μπορεί δυστυχώς να μπει στη θέση του πουλιού. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να πατάει κουμπιά απερίσκεπτα καταναλώνοντας ενέργεια και πόρους επειδή δεν του μαθε κανένας πως κάθε του μικρή και μεγάλη καθημερινή πράξη έχει κάπου αλλού συνέπειες και μάλιστα οδυνηρές.
Πώς γίνεται ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει το μεγαλείο του ταπεινού σπόρου που φυτρώνει και αναπτύσσεται δίνοντας γεναιόδωρα καρπούς που θρέφουν ανθρώπους και άλλα ζωντανά; Δεν μπορεί δυστυχώς διότι έχει μάθει πως το φαγητό του το αγοράζει από τα σούπερ μάρκετ του σειρμού αλλά και τα πιο ψαγμένα, ανάλογα με την “κουλτούρα” του και το πόσο χρήμα βγάζει. Και πως οι δουλειές οι ταπεινές μα αρχέγονες, είναι ντροπή πλέον για την πάστα του, για την τάξη του και μάλλον για την ράτσα του, που δεν λερώνει τα χέρια της παρά μόνο την ψυχή της.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να εκτιμήσει την ομορφιά ενός τοπίου άδολα; Δεν μπορεί διότι το βλέπει ως οικόπεδο και σκέφτεται αμέσως πως θα θελε να φτιάξει ένα σπίτι εκεί. Για να πηγαίνει βέβαια είκοσι μέρες κάθε Αύγουστο μιας και μόνο Αυγούστους ζει.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει την αγωνία των υδρόβιων πλασμάτων αλλά και των φυτών που τους στερεί το νερό για να το συλλέξει μέχρι σταγόνας και να το οδηγήσει στο καζανάκι και στη βρύση του νεροχύτη του; Δεν μπορεί, διότι έχει μεγαλώσει με θεωρία ανθρωποκεντρική, αλαζονική και δεν έχει μάθει να σκέφτεται κανένα άλλο πλάσμα, απεναντίας λέει “πάνω απ’ όλα ο άνθρωπος”. Κι είναι τόσο αχόρταγος και ανόητος που δεν πάει ο νους του καθόλου ούτε στον κύκλο της βροχής, τον οποίον έμαθε ίσως στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, τις άδολες, γι’ αυτό σαν βλέπει το νερό των ποταμιών να τρέχει στη θάλασσα λέει πως πάει χαμένο.
Πώς μπορεί ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής να νιώσει την οργή, τον πόνο, τον ξεριζωμό των ανθρώπων, ιθαγενών τους λέει, από τα μέρη τους όταν οι αποικιοκράτες επενδυτές τούς διώχνουν ακόμα και σηκωτούς όπως συμβαίνει λόγου χάρη στον Αμαζόνιο που πραδίνεται στην “ανάπτυξη”; Πώς μπορεί να νιώσει την οργή των ανθρώπων που ζουν στη φύση και στη γη την ελληνική, όταν οι αποικιοκράτες και οι ξεπουλημένοι πολιτικάντηδες τους οποίους στηρίζει το σύγχρονο άτομο-καταναλωτής, σχεδιάζουν ανάλγητα το μέλλον του κάθε τόπου δίχως να ρωτήσουν τους κατοίκους του και τον δίνουν βορά στην “ανάπτυξη” βιομηχανιών που θα εξυπηρετούν τους μαζεμένους εντός τσιμέντων καταναλωτές, για να έχουν μια ακόμα πιο βολική και άκοπη ζωή, που καμιά σχέση δεν έχει με τη Ζωή όπως αυτή ορίζεται απ' τη φύση βέβαια;
Πώς να νιώσει ένα σύγχρονο άτομο-καταναλωτής την τέχνη της ζωής των ταπεινών ανθρώπων, τα “λόγια” των φυτών, των πουλιών και των ζώων; Την πίκρα και την οργή όσων ανθρώπων τα εκφράζουν με τον λόγο τους; Δεν μπορεί δυστυχώς. Γι αυτό τους αποκαλεί τρελούς, με χίλιες δυο εκφράσεις που έχει επινοήσει για να περιγράψει ό,τι δεν καταλαβαίνει ο ίδιος, ό,τι δεν ταιριάζει στην εγωκεντρική του κοσμοθεωρία, και να τους εντάξει στο κουτάκι της διαταραχής, για να ξανανιώσει ο ίδιος υγιής και λογικός, να νιώσει εν τάξει.
Όλα όμως αυτά τα διορθώνει η ύστατη ώρα. Που είναι για όλους μια έκπληξη. Για τους τρελούς και ταπεινούς γλυκιά, για τους λογικούς και τους βολεμένους, τα σύγχρονα άτομα-καταναλωτές, μια κακιά σκέψη κι ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά.
πηγή: Γιάννης Μακριδάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου