Περπάτησαν από το Μπρνο της Τσεχίας ως τη Θεσσαλονίκη, θέλοντας να στείλουν ένα μήνυμα αισιοδοξίας κι ελπίδας στους συνανθρώπους τους, στην Ελλάδα, που δοκιμάζονται από την κρίση. Να τους δείξουν πως η δύναμη της θέλησης είναι ισχυρότερη από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο.
Η Άννα και η Χριστίνα Smutny- Αλμετίδου
είναι δύο αδελφές ελληνικής καταγωγής, που την 1η Αυγούστου ξεκίνησαν
μία- αν μη τι άλλο- πρωτότυπη προσπάθεια: με αφετηρία το Μπρνο,
διέσχισαν με τα πόδια την Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια προκειμένου να
φτάσουν, σήμερα, στη Θεσσαλονίκη υποστηρίζοντας με το συμβολικό αυτό
τρόπο τους Έλληνες στις δύσκολες ώρες που περνούν εξαιτίας της κρίσης,
αλλά και μεταφέροντας μήνυμα υποστήριξης των δικαιωμάτων των προσφύγων.
Άλλωστε, η προσφυγιά- και η μετανάστευση- δεν είναι κάτι άγνωστο για τις ίδιες. Οι γονείς της μητέρας τους ήταν και οι ίδιοι πολιτικοί πρόσφυγες, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα μέσα στη λαίλαπα του εμφυλίου πολέμου.
Η 37χρονη σήμερα Χριστίνα γεννήθηκε στην Τσεχία, ενώ η 29χρονη αδελφή της Άννα στον Καναδά, αλλά η Ελλάδα, στην οποία έμειναν στο παρελθόν για σύντομα χρονικά διαστήματα, ήταν πάντα μέσα στην καρδιά τους.
Περπατούσαν 30 χιλιόμετρα τη μέρα
"Ξεκινήσαμε αυτή την προσπάθεια για πάρα πολλούς λόγους. Θέλαμε εδώ και καιρό να έρθουμε και να εγκατασταθούμε στην Ελλάδα, αλλά η κρίση δυσκόλεψε την κατάσταση. Το Μάρτιο, όμως, αποφασίσαμε πως είχε έρθει η ώρα να κάνουμε κάτι γι’ αυτό και είπαμε να έρθουμε εδώ με τα πόδια για να υποστηρίξουμε συμβολικά τη χώρα", είπε η Χριστίνα.
"Κάναμε την όλη προσπάθεια μ’ ένα πνεύμα ότι όλα μπορούν να γίνουν. Θέλαμε να εμπνεύσουμε ανθρώπους εδώ, που δεν έχουν σήμερα δουλειά. Να τους δώσουμε κουράγιο και να τους δείξουμε πως και με λίγα μπορείς να κάνεις πολλά" τονίζει η νεαρή, που μαζί με την αδελφή της διένυσαν χιλιάδες χιλιόμετρα προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους.
Το μακρινό ταξίδι που επέλεξαν να κάνουν με τα πόδια είχε δυσκολίες, αλλά η εμπειρία ήταν μοναδική.
"Ήταν ένα πολύ όμορφο ταξίδι. Η επαφή με τη φύση ήταν μοναδική. Σού έδινε έμπνευση και κουράγιο να κάνεις ένα βήμα παραπάνω για να δεις τι σου επιφυλάσσει ο επόμενος προορισμός" περιγράφει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο η Χριστίνα.
"Σηκωνόμασταν στις 5:30 το πρωί, κάναμε γιόγκα, μαζεύαμε τα πράγματά μας και περπατούσαμε προς τον επόμενο προορισμό" προσθέτει.
Σύμμαχό τους στην όλη προσπάθεια είχαν τη γιόγκα, με την οποία ασχολούνται και οι δύο εδώ και χρόνια κι, όπως λέει η Χριστίνα, αποτελεί πλέον γι’ αυτές τρόπο ζωής. Μάλιστα, σε κάθε μεγάλη πόλη, όπου έστηναν τη σκηνή τους προκειμένου να διανυκτερεύσουν, έκαναν και μία ανοικτή συνεδρία γιόγκα, όπως αυτή που έχουν οργανώσει για το πρωί του Σαββάτου, στις 10, μπροστά στο Λευκό Πύργο. Εκδήλωση, που θα σημάνει και την ολοκλήρωση της όλης προσπάθειάς τους.
Όσο για τον επόμενο προορισμό τους;
"Θα δούμε" λέει η Χριστίνα σημειώνοντας πως προς το παρόν θέλει να απολαύσει τον ήλιο και τις ακτές της Ελλάδας.
Δείτε τη σελίδα τους στο Facebook
Άλλωστε, η προσφυγιά- και η μετανάστευση- δεν είναι κάτι άγνωστο για τις ίδιες. Οι γονείς της μητέρας τους ήταν και οι ίδιοι πολιτικοί πρόσφυγες, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα μέσα στη λαίλαπα του εμφυλίου πολέμου.
Η 37χρονη σήμερα Χριστίνα γεννήθηκε στην Τσεχία, ενώ η 29χρονη αδελφή της Άννα στον Καναδά, αλλά η Ελλάδα, στην οποία έμειναν στο παρελθόν για σύντομα χρονικά διαστήματα, ήταν πάντα μέσα στην καρδιά τους.
Περπατούσαν 30 χιλιόμετρα τη μέρα
"Ξεκινήσαμε αυτή την προσπάθεια για πάρα πολλούς λόγους. Θέλαμε εδώ και καιρό να έρθουμε και να εγκατασταθούμε στην Ελλάδα, αλλά η κρίση δυσκόλεψε την κατάσταση. Το Μάρτιο, όμως, αποφασίσαμε πως είχε έρθει η ώρα να κάνουμε κάτι γι’ αυτό και είπαμε να έρθουμε εδώ με τα πόδια για να υποστηρίξουμε συμβολικά τη χώρα", είπε η Χριστίνα.
"Κάναμε την όλη προσπάθεια μ’ ένα πνεύμα ότι όλα μπορούν να γίνουν. Θέλαμε να εμπνεύσουμε ανθρώπους εδώ, που δεν έχουν σήμερα δουλειά. Να τους δώσουμε κουράγιο και να τους δείξουμε πως και με λίγα μπορείς να κάνεις πολλά" τονίζει η νεαρή, που μαζί με την αδελφή της διένυσαν χιλιάδες χιλιόμετρα προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους.
Το μακρινό ταξίδι που επέλεξαν να κάνουν με τα πόδια είχε δυσκολίες, αλλά η εμπειρία ήταν μοναδική.
"Ήταν ένα πολύ όμορφο ταξίδι. Η επαφή με τη φύση ήταν μοναδική. Σού έδινε έμπνευση και κουράγιο να κάνεις ένα βήμα παραπάνω για να δεις τι σου επιφυλάσσει ο επόμενος προορισμός" περιγράφει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο η Χριστίνα.
"Σηκωνόμασταν στις 5:30 το πρωί, κάναμε γιόγκα, μαζεύαμε τα πράγματά μας και περπατούσαμε προς τον επόμενο προορισμό" προσθέτει.
Σύμμαχό τους στην όλη προσπάθεια είχαν τη γιόγκα, με την οποία ασχολούνται και οι δύο εδώ και χρόνια κι, όπως λέει η Χριστίνα, αποτελεί πλέον γι’ αυτές τρόπο ζωής. Μάλιστα, σε κάθε μεγάλη πόλη, όπου έστηναν τη σκηνή τους προκειμένου να διανυκτερεύσουν, έκαναν και μία ανοικτή συνεδρία γιόγκα, όπως αυτή που έχουν οργανώσει για το πρωί του Σαββάτου, στις 10, μπροστά στο Λευκό Πύργο. Εκδήλωση, που θα σημάνει και την ολοκλήρωση της όλης προσπάθειάς τους.
Όσο για τον επόμενο προορισμό τους;
"Θα δούμε" λέει η Χριστίνα σημειώνοντας πως προς το παρόν θέλει να απολαύσει τον ήλιο και τις ακτές της Ελλάδας.
Δείτε τη σελίδα τους στο Facebook
πηγή: news247
εμείς τις συναντήσαμε στο Μεταλλικό Κιλκίς:
(συνέντευξη στο περιοδικό "Καλημέρα" τ.65/2012)
Η Τρίτη Γενιά του Ελληνισμού στην
Τσεχία
Κουβέντα με την Χριστίνα Αλμετίδου…
(Στη φωτογραφία η Χριστίνα, αριστερά με την αδερφή της Άννα)
Η Χριστίνα γεννήθηκε στο Μπρνο.
Η μητέρα της είναι παιδί πρώην
πολιτικών προσφύγων στην
Τσεχοσλοβακία και η ίδια γεννήθηκε στην
Τσεχοσλοβακία. Ο πατέρας της Χριστίνας
είναι Τσέχος. Η οικογένειά της και η
Χριστίνα επαναπατρίσθηκε στην Ελλάδα
το 1979 όταν η Χριστίνα ήταν 4 χρόνων.
Ξεκινήσανε με το τραίνο από τοΜπρνο και
μέσω Βελιγραδίου φτάσανε στην άγνωστη
μέχρι τότε πατρίδα. Όταν φτάσανε στη
Θεσσαλονίκη διαπιστώσανε ότι κανείς δεν
τους περίμενε και μετά από μια μικρή
περιπέτεια φτάσανε στο χωριό Μεταλλικό
Κιλκίς στον αγαπημένο της παππού. Η
Χριστίνα με έκπληξη είδε δρόμους χωρίς
άσφαλτο, σπίτι χωρίς μπάνιο και την
αγαπημένη της γιαγιά να βράζει το νερό
στην αυλή για το μπάνιο τους. Τα έβλεπε
όλα πολύ ρομαντικά. Από το χωριό
Μεταλλικό πολλοί κάτοικοι είχαν φύγει
στη Σουηδία ως μετανάστες και τώρα μαζί
με τον επαναπατρισμό των πολιτικών
προσφύγων από διάφορες Λαϊκές
Δημοκρατίες επιστρέφανε και οι
μετανάστες από τη Σουηδία. Και γέμισε το
χωριό τους με παιδιά που ο καθένας
μιλούσε διαφορετική γλώσσα, αλλά αυτό
δεν τους εμπόδιζε να παίζουν όλοι μαζί και
να τρέχουν στο χωριό αμέριμνα και
ελεύθερα. Αλλά η νέα οικογένεια σύντομα
φεύγει από το χωριό για να βρει την τύχη
της στη Θεσσαλονίκη, και μετά στην
Αθήνα, η Χριστίνα πήγε και νηπιαγωγείο
και ακόμα και στην πρώτη τάξη και πριν
καλά καλά συνηθίσει με την καινούργια
της ζωή στην πρωτεύουσα, οι γονείς της
αποφασίζουν να δοκιμάσουν την τύχη
τους στον Καναδά. Έπρεπε να αρχίσει και
πάλι από την πρώτη τάξη και μόλις
τελείωσε την τρίτη τάξη, άλλαξε το
αγγλόφωνο της περιβάλλον και πήγε στο
γαλλόφωνο σχολείο στο Τορόντο όπου και
εγκαταστάθηκαν. Έτσι, μας λέει η
Χριστίνα, στα 10 της χρόνια μιλούσε 4
γλώσσες (τσέχικα, ελληνικά, αγγλικά και
γαλλικά) και αισθανότανε αρκετά
«μπερδεμένη
Την Ελλάδα δεν την ξεχνούσε, της άρεσε
πάντα να πηγαίνει στην Ελλάδα για
διακοπές. Εκεί αισθανότανε στο σπίτι της,
αυτό ήταν το σπίτι της, ενώ στον Καναδά
αισθανότανε πιο άνετα αλλά ποτέ ότι το
σπίτι της είναι στον Καναδά. «Δεν ένιωσα
ποτέ Ελληνίδα, έτσι όπως το περιμένουν οι
άλλοι», μας λέει η Χριστίνα και συνεχίζει
την ιστορία της ζωής της, η οποία είναι
γεμάτηαπόταξίδια και περιπέτειες.
«Το 1988 κάναμε το μόνο ταξίδι μαζί με
όλη την οικογένειά μου. Και πολύ γρήγορα
κατάλαβα ότι άθελα ακολουθούσαμε την
πορεία της ζωής του παππού και της
γιαγιάς από τη μεριά της μητέρας μου –
αναγκαστικά φύγανε από τον Πόντο και
ήρθανε στην Ελλάδα ως πρόσφυγες, μετά
αναγκαστικά φύγανε από την Ελλάδα με
τον εμφύλιο πόλεμο όπου είχαν πάρει
μέρος ως πρώτα αγωνιστές της Εθνικής
Αντίστασης και μετά μαχητές του
Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και
εγκαταστάθηκαν στην Τσεχοσλοβακία
μέχρι τον επαναπατρισμό τους το 1976
στην Ελλάδα. Η διαφορά ήταν ότι εμείς
επιλέξαμε να φύγουμε από την Ελλάδα.
Και με όλες αυτές τις μετακομίσεις γίναμε
και μια πολύγλωσση οικογένεια στην
οποία πολλές φορές ο ένας δεν
καταλάβαινε τον άλλον. Η μικρή μου
αδερφή, η Άννα γεννήθηκε στον Καναδά
και δε μιλούσε ούτε τσέχικα ούτε
ελληνικά. Εγώ μιλούσα τσέχικα με τη μαμά
και τον μπαμπά. Συχνά έβλεπα ότι μάλλον
κι εγώ ακολουθώ τον ίδιο κύκλο της
ελληνικής μου, της ποντιακής μου
οικογένεια και σήμερα με βλέπεις ότι
γύρισα στον τόπο πουγεννήθηκα.
Στον Καναδά σπούδασα Πολιτικές
Επιστήμες και Εθνολογία. Με ένα
πρόγραμμα σπουδών, τον δεύτερο χρόνο
πήγα για ένα χρόνο στη Ταϊλάνδη, όπου
μελετούσα τη ζωή των ιθαγενών. Αυτή
ήταν μια μεγάλη και πλούσια εμπειρία
διότι με τις επαφές και τη δουλειά μου με
τους επαναστάτες από τη Βιρμανία,
άρχισα να συνειδητοποιώ το τι ακριβώς
σημαίνει να είσαι επαναστάτης, τι ήταν οι
ιδέες και τα πιστεύω του παππού και της
γιαγιάς, για ποια ιδανικά πολεμούσανε
και αγωνιστήκανε στην Ελλάδα. Ναι, ήταν
μια σύντομη σχολή η οποία με δίδαξε το τι
θα πει να αγωνίζεσαι για τα ανθρώπινα
δικαιώματα. Σ' αυτό τον καταυλισμό
προσφύγων που δούλευα ήμουν η μόνη
γυναίκα. Δυστυχώς αρρώστησα από
ελονοσία και με πήρανε στο νοσοκομείο
σε μια πόλη. Και η παραμονή μου στο
νοσοκομείο ήταν μια σχολή διότι εκεί
διαπίστωσα ότι εγώ η «λευκή» όπως και
όλοι οι άλλοι Καναδοί είχαμε πολλά
προνόμια – είχαμε την οικονομική
δυνατότητα και ασφάλεια να
πληρώσουμε την θεραπεία μας, ενώ οι
ιθαγενείς γύρω μας πεθαίνανε. Σε τέτοιες
συνθήκες μεγαλώνεις απότομα,
ωριμάζεις, βλέπεις τις αδικίες στον κόσμο
και σίγουρα θέλεις να βοηθήσεις, να
αγωνιστείς για τα δικαιώματα των
ανθρώπων. Μετά την αποφοίτησή μου
ξαναγύρισα στην Ταϊλάνδη και δούλευα
και πάλι με πρόσφυγες. Επίσης δούλευα
και σ' ένα δημοτικό σχολείο ως δασκάλα.
Μετά από δύο χρόνια επέστρεψα στον
Καναδά και σπούδασα στην παιδαγωγική
σχολή και πήρα το δίπλωμα της
καθηγήτριας. Άλλα δεν μπορούσα να
αντέξω την ρουτινιάρικη ζωή και το 2002
έφυγα για την Ελλάδα για να φτιάξω ένα
ντοκιμαντέρ για την προσφυγιά όχι μόνο
για αυτή του παππού και της γιαγιάς, της
μητέρας μου, αλλά και γενικά για τους
πρόσφυγες στην Ελλάδα.
Όταν ήμουν στην Ελλάδα και στην
Ταϊλάνδη, όλα μου φαινότανε πολύ
ξεκάθαρα και απλά σχετικά με τους
πρόσφυγες. Αλλά πολύ γρήγορα
διαπίστωσα ότι το θέμα αυτό δεν είναι και
τόσο απλό στην Ελλάδα. Υπάρχει μεγάλος
ρατσισμός εκεί όπως και εδώ. Οι Έλληνες
ξεχάσανε ότι είμαστε μια χώρα από την
όποια πολύς κόσμος φιλοξενήθηκε σε
άλλες χώρες όπου βρήκανε μια πιο
ανθρώπινη συμπεριφορά, δουλειά, κτλ. Ο
κόσμος ψάχνει τις διαφορές του με τους
άλλους ανθρώπους αντί να βλέπει πόσο
ίδιοι είμαστε όλοι. Πήγα να ψηφίσω στην
Ελλάδα και έφριξα όταν είδα τα
αποτελέσματα με τη «Χρυσή Αυγή» να
μπαίνει στη Βουλή. Είναι το χειρότερο
πράγμα που έγινε στην Ελλάδα. Κι εδώ
που είμαι τώρα από τον Οκτώβρη 2011,
βλέπω ότι ο κόσμος θέλει να με βλέπει ως
ξένη, αν και εδώ γεννήθηκα, μιλώ τσέχικα,
ο πατέρας μου είναι Τσέχος, η μάνα μου
εδώ γεννήθηκε κι αυτή κι όμως
προσπαθούν να βρουν το πόσο διαφέρω
απόαυτούς καιμε λένε ξένη.
Λοιπόν, έφτασα στην Αθήνα και άρχισα να
δουλεύω σε φροντιστήρια, σε
νηπιαγωγείο, βελτίωνα και τα ελληνικά
μου. Ξύπνησε και το ενδιαφέρον μου για
την ιστορία του παππού και της γιαγιάς,
αλλά ο παππούς τώρα ήταν αρκετά
μεγάλος, στα 90 του και πολλές φορές δεν
ήθελε να μιλάει για το παρελθόν του.
Υπήρχαν όμως και μέρες όταν μου
τηλεφωνούσε για να πάω στο χωριό,
ήθελε να μιλήσει. Δυστυχώς άργησα με τη
καταγραφή των αναμνήσεων του.
Στεναχωρήθηκα πολύ όταν «έφυγε» από
τη ζωή. Στην Αθήνα πάντα περπατούσα,
δεν έπαιρνα λεωφορεία, τραμ. Από το
Παγκράτη μέχρι το Γαλάτσι, από την Αγ.
Παρασκευή μέχρι το Σύνταγμα. Το
περπάτημα βοηθάει να σκέφτεσαι
καλύτερα. Είναι σαν διαλογισμός. Μετά
από γύρω έξι χρόνια και πάλι αποφάσισα
να πάω στον Καναδά. Έτσι, πήρα και μία
κάπως τελική απόφαση, να ασχοληθώ
μόνο με γιόγκα. Η γιόγκα με βοήθησε να
σκέπτομαι πιο καθαρά, να δωτελικά ότι οι
άνθρωποι είναι όλοι ίδιοι, έχουν
περισσότερα κοινά, λιγότερες διαφορές.
Πάντα σκέφτομαι αυτό που μας ενώνει και
όχι αυτό που μας διχάζει. Ε, μετά από τρία
χρόνια δεν άντεξα στον Καναδά, έφτασα
και σε μια καινούργια φάση στη ζωή μου.
Δεν ήθελα να μείνω εκεί και να κάνω τα
«έτσι πρέπει» και κάπως έπρεπε να
κλείσω και τον κύκλο, δηλαδή να
επιστρέψω στον τόπο που γεννήθηκα. Και
να με εδώ!
Εδώ τώρα οργανωθήκαμε μια ομάδα από
4 κορίτσια κι ένα αγόρι, Καναδοί, και
αποφασίσαμε να κάνουμε μια πεζοπορία
από το Μπρνο μέχρι τη Θεσσαλονίκη.
Υπάρχουν και πολλοί Τσέχοι, αλλά αυτοί
θαπερπατήσουν μέχρι τη Βιέννη. Άλλοι θα
περπατήσουν μόνο δύο βδομάδες. Θα
περπατάμε 30 χμ την ημέρα. Τις σκηνές και
όλα τα πράγματά μας θα τα μεταφέρει ένα
αυτοκίνητο, με δύο οδηγούς (Έλληνες), οι
οποίοι θα φτάνουν στον προορισμό μας
πριν από μας, θα στήνουν τις σκηνές, θα
μαγειρεύουν, θα επικοινωνούν με τους
κατοίκους για να κάνουμε μαθήματα
γιόγκα όλοι μαζί. Θα ψωνίζουμε μόνο
προϊόντα από τα χωριά και τις πόλεις όπου
θα σταματάμε την πορεία μας. Αυτή η
πεζοπορία θα διαρκέσει δύο μήνες. Οι
χορηγοί μας είναι από την Κοινότητά μας
Γιόγκα στον Καναδά. Μετά θα
επιστρέψουμε αεροπορικώς. Μαζί μας θα
έχουμε και κάμερα διότι ελπίζω να
μπορέσωνα εκπληρώσω το όνειρο μου να
κάνω ένα ντοκιμαντέρ για τους
πρόσφυγες. Θέλω να δείξω τον
αδικαιολόγητο φόβο που έχουν οι Έλληνες
για τους πρόσφυγες, την άδικη
συμπεριφορά τους προς τους πρόσφυγες.
Επιπλέον, θέλω να δείξω και την τρίτη
γενιά των πρώην πολιτικών προσφύγων
που ζούμε στο εξωτερικό. Και η
φωτογράφος θα ε ίναι η Έλλη
Τσιλιγκαρίδου, η οποία ήταν παιδί
πολιτικών προσφύγων στην Πολωνία,
μετά πήγε στη Σουηδία και σήμερα μένει
στην Σκοτία. Ο δεύτερος στόχος μας είναι
να προωθήσουμε τη γιόγκα. Και βέβαια η
πεζοπορία είναι δράση, δυναμισμός.
Σήμερα οι νέοι κάθονται με τις ώρες
μπροστά στους υπολογιστές, δεν είναι
δραστήριοι καθόλου. Δεν σκέφτονται για
τα δικαιώματά τους, π.χ. το δικαίωμα σε
δωρεάν παιδεία που για μένα είναι το πιο
σημαντικό δικαίωμα. Εμείς στο Καναδά
παίρνουμε δάνεια για να σπουδάζουμε
και ακόμα από την πρώτη μέρα της
αποφοίτησή μας από τα Πανεπιστήμια
ξεκινάμε να πληρώνουμε μια ζωή αυτά τα
δάνεια. Ναι, οι νέοι πρέπει να κάνουν
πεζοπορία, να περπατάνε κάθε μέρα. Γι'
αυτό, θα είμαι ευτυχισμένη εάν και οι νέοι
της Ελληνικής Κοινότητας Πράγας πάρουν
μέρος σ' αυτή την πεζοπορία».
Κ: Ευχόμαστε στην Χριστίνα καλή
επιτυχία και όταν επιστρέψει θέλουμε να
ακούσουμε πολλές ιστορίες και σίγουρα
να δούμε και το ντοκιμαντέρ.
η ιστορια συνεχιζεται οι ανθρωποι αναζητουν τις ριζες την ταυτοτητα τους με βουτιες στο μελλον. η ιστορια του Μεταλλικου ειναι ιστορια ανθρωπων πνευματικα ελευθερων και ψυχικα ανυποτακτων.
ΑπάντησηΔιαγραφή